Συγγνώμη παιδάκι μου που με την ανοχή μου βρήκες τέτοιο τέλος. Δε μίλησες ποτέ, δε ζήτησες βοήθεια, μα ακόμα κι αν το έκανες δε θα’ μουνα σε θέση να σ’ ακούσω.
Γι’ αυτό συγγνώμη , γιατί μάλλον στο χρωστάω από τότε που υποκρίθηκα ότι δεν ξέρω, και με αυτό σκεπάστηκα το βράδυ να κοιμάμαι, ήσυχη, καμάρι μου.
Συγγνώμη που όταν σε έβλεπα , έκλεινα τ΄ αφτιά μου να μου πεις αλήθεια. Δεν άρπαξα τα χείλη σου, δε σ’ ανοιξα το στόμα , δεν σε προέτρεψα ποτέ να πεις, να γαληνέψεις…
Όσα συγγνώμη και να πω, να συγχωρήσω δεν μπορώ, ούτε και να πενθήσω. …Θύμησες με το τέλος σου, όλη μου την ευθύνη, μισός και μες στα χώματα , στη γούβα σα σκουπίδι.
Σήμερα λοιπόν, που η βροντή ήταν μεγάλη και άκουσα, παρά τις παρωπίδες, λυπάμαι, δε σ’αγάπησα καθ’ όπως φαίνεται εσένα και εκείνους που εξάντλησαν την «πλάκα» τους σε σένα, και δεν τους καλλιέργησα το σέβας που μας πρέπει.
Οι ήρωες αγόρι μου, σαν πάνε στους πολέμους , και πέφτουνε ηρωικά, είν’ έθιμο να γράφουνε με αίμα στην καρδιά μας, τις λύσεις στην πορεία τη δικιά μας , εμάς των ζωντανών , που η τύχη μας το φύλαξε να μην είμαστε κουτσοί όπως ο γείτονάς μας.
Σ’ αγαπώ και σε εκτιμώ που έσωσες ένα κομμάτι απ’ την ψυχή μου.
Αγόρι μου, γεύσου τον παράδεισο που δε θα καταφέρουμε εμείς οι κολασμένοι.
Αικατερίνη Σαραντοπούλου