Εξαίρεση από τον ΕΝΦΙΑ ζητούν όλα τα Μοναστήρια

monastiri

monastiriΝα μην καταβάλλουν ΕΝΦΙΑ, σε όποιο σημείο της Ελλάδος και εάν βρίσκονται, όλα τα μοναστηριακά ακίνητα (ακίνητα των Ιερών Μονών) είτε αυτά ανήκουν στην Εκκλησία της Ελλάδος είτε στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και ανεξάρτητα από το αν χρησιμοποιούνται για λατρευτικούς ή για άλλους σκοπούς (μίσθωσης, κ.λπ.).

Αυτό ζητούν από το Συμβούλιο της Επικρατείας δύο Ιερές Μονές, οι οποίες αρνούνται να πληρώσουν Ενιαίο Φόρο Ιδιοκτησίας Ακινήτων (ΕΝΦΙΑ) για τα ακίνητά τους στα οποία δεν τελούνται θρησκευτικές – λατρευτικές τελετές.

Η μεν πρώτη Ιερά Μονή καλείται να πληρώσει κάτι λιγότερο από 260.000 ευρώ και η δεύτερη λίγο περισσότερο από 140.000 ευρώ.

Οι δύο Ιερές Μονές που προσέφυγαν στο Ανώτατο Διοικητικό Δικαστήριο είναι: 1) της Αγίας Αναστασίας Φαρμοκολύτριας Χαλκιδικής και 2) του Προφήτου Ηλία της Ιεράς Μητροπόλεως Ύδρας, Σπετσών, Αιγίνης, Ερμιονίδος και Τροιζηνίας.

Πριν δύο χρόνια ο νόμος 4223/2013 προέβλεψε ότι απαλλάσσονται από τον ΕΝΦΙΑ τα ακίνητα που ανήκουν στις Ιερές Μονές του Αγίου Όρους, είτε αυτά βρίσκονται μέσα στο Άγιο Όρος είτε εκτός αυτού, και ανεξάρτητα από το αν χρησιμοποιούνται για λατρευτικούς σκοπούς ή μισθώνονται σε τρίτους, χρησιμοποιούνται για κατοικίες, κ.λπ.

Αντίθετα, σύμφωνα με τον ίδιο νόμο, δεν απαλλάσσονται από τον ΕΝΦΙΑ τα ακίνητα των Πατριαρχικών και Σταυροπηγιακών Ιερών Μονών, καθώς και των Ιερών Μονών της Εκκλησίας της Ελλάδος, που δεν χρησιμοποιούνται για θρησκευτικούς και λατρευτικούς σκοπούς.

Αναγκαίο είναι να αναφερθεί ότι τόσο οι Πατριαρχικές και Σταυροπηγιακές Μονές στην Ελλάδα (Ιερά Μονή Βλατάδων, Ιερά Μονή Αγίας Αναστασίας Φαρμακολύτριας, Ιερά Μονή Θεολόγου Πάτμου, κ.λπ.) όσο και οι 20 Μονές του Αγίου Όρους εποπτεύονται πνευματικά και διοικητικά από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και εξαιρούνται από την εποπτεία της Εκκλησία της Ελλάδος. Επίσης, δεν εντάσσονται πνευματικά στην Εκκλησία της Ελλάδος, αλλά στον Οικουμενικό Πατριάρχη. Από διοικητικής πλευράς αποτελούν αυτοδιοίκητη κοινότητα Ιερών Μονών. Μόνο οι Ιερές Μονές της Εκκλησίας της Ελλάδος υπάγονται πνευματικά στον οικείο Μητροπολίτη της Εκκλησίας της Ελλάδος.

Οι δύο Ιερές Μονές που προσέφυγαν στην Δικαιοσύνη (η μία υπαγόμενη στο Πατριαρχείο και η άλλη στην Εκκλησία της Ελλάδος) υποστηρίζουν ότι συντρέχει άνιση φορολογική μεταχείριση μεταξύ των Μονών, η οποία, εκτός από το Σύνταγμα, παραβιάζει και την Ευρωπαϊκή Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, το Πρώτο Πρόσθετο Πρωτόκολλο αυτής, τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, και τον Ευρωπαϊκό Κοινωνικό Χάρτη του Συμβουλίου της Ευρώπης, που προστατεύουν το δικαίωμα στη ιδιοκτησία και τους πολίτες από την οικονομική βία.

Παραβιάζονται αυτοί οι νομοθετικοί κανόνες επειδή εισάγουν άνιση φορολογική μεταχείριση για την ίδια κατηγορία θρησκευτικών νομικών προσώπων (Ιερές Μονές) ως προς τα ακίνητά τους που βρίσκονται μέσα στην Ελληνική Επικράτεια και είναι εκτός Αγίου Όρους.

Αναφορικά ιδίως ως προς το Σύνταγμα υποστηρίζουν ότι παραβιάζονται οι διατάξεις περί ισότητας (άρθρο 4 παρ. 1) και περί μη διάκρισης στα δημόσια βάρη (άρθρο 4 παρ. 5).

Όπως αναφέρουν, ο επίμαχος νόμος απαλλάσσει από τον ΕΝΦΙΑ όχι μόνο τα ακίνητα των Ιερών Μονών του Αγίου Όρους που βρίσκονται στην επικράτειά του, αλλά και τα ακίνητα των Ιερών Μονών του Αγίου Όρους που βρίσκονται εκτός του Αγίου Όρους και δεν χρησιμοποιούνται για λατρευτικούς – θρησκευτικούς σκοπούς αλλά εκμισθώνονται ή ιδιοχρησιμοποιούνται για άλλους σκοπούς.

Αντίθετα, σύμφωνα με το γράμμα του επίμαχου νόμου, τα ακίνητα των Ιερών Μονών τόσο της Εκκλησίας της Ελλάδος όσο και του Οικουμενικού Πατριαρχείου τα οποία δεν χρησιμοποιούνται για λατρευτικούς – θρησκευτικούς σκοπούς δεν απαλλάσσονται του ΕΝΦΙΑ.

Η ιδιαιτερότητα μεταξύ των Ιερών Μονών, αναφέρουν οι προσφεύγουσες, είναι μόνο πνευματικής φύσης και δεν μπορεί να αποτελέσει συνταγματικά θεμιτό κριτήριο φορολογικής διαφοροποίησης και διαφοροποίησης ως προς την φοροδοτική ικανότητα κάθε Μονής.

Επιπρόσθετα, υπογραμμίζουν ότι η «οριζόντια» επιβολή του ΕΝΦΙΑ παραβιάζει τις συνταγματικές επιταγές ως προς το σκέλος εκείνο που προβλέπει ότι οι φόροι πρέπει να επιβάλλονται σύμφωνα με την φοροδοτική ικανότητα των φορολογουμένων.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ