Ένας Πανεπιστημιακός των Ιωαννίνων περιλαμβάνεται στην απάτη μαμούθ που στήθηκε με τα κονδύλια κοινοτικών προγραμμάτων κι αποκαλύπτεται σε όλο το εύρος της μετά την πολυετή έρευνα του Οργανισμού Καταπολέμησης της Απάτης της Ευρωπαικής Ένωσης, του ΣΔΟΕ και της Οικονομικής Αστυνομίας.
Μάλιστα αφετηρία για τη μεγάλη έρευνα, που εξελίχθηκε και σε άλλες ευρωπαικές χώρες, αποτέλεσαν τα Γιάννινα, όταν κατασχέθηκαν αρχεία, ηλεκτρονικοί υπολογιστές κι άλλα υλικά.
Πέρα από την έρευνα των κοινοτικών ράμπο, πλούσιο υλικό συνέλεξε το ΣΔΟΕ, αλλά και η Οικονομική Αστυνομία, κλιμάκια της οποίας βρέθηκαν αρκετές φορές στα Γιάννινα, εξετάζοντας μάρτυρες και συλλέγοντας στοιχεία.
Το δαιδαλώδες κύκλωμα ωστόσο που είχε απλωθεί σε πολλές χώρες της Ευρώπης, αποκαλύπτεται σε όλο του το εύρος, ύστερα από τη βαθιά έρευνα του OLAF.
Οι φάκελοι με τις δικογραφίες έφτασαν την 1η Οκτωβρίου στην Εισαγγελία Αθηνών με φορτηγό!
Τα χρήματα από τα κοινοτικά προγράμματα, σύμφωνα με την Εισαγγελία, που άσκησε κακουργηματικές διώξεις, δόθηκαν σε ερευνητικά και πιλοτικά προγράμματα, αλλά κατέληξαν είτε στους προσωπικούς λογαριασμούς των εμπλεκομένων στα σκάνδαλα ή σε πολυτελή ακίνητα κι αυτοκίνητα.
Η Εισαγγελία, στο ελληνικό σκέλος της υπόθεσης, άσκησε ποινική δίωξη, σε βαθμό κακουργήματος, κατά τεσσάρων προσώπων που εμπλέκονται στην απάτη, με βάση στοιχεία που εστάλησαν στην Οικονομική Αστυνομία και το ΣΔΟΕ από την Ευρωπαϊκή Υπηρεσία για την Καταπολέμηση της Απάτης (OLAF).
Η δίωξη περιλαμβάνει τα αδικήματα της απάτης σε βάρος των οικονομικών συμφερόντων των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων, της πλαστογραφία μετά χρήσεως, από δράστες που ενεργούν κατ’επάγγελμα και κατά συνήθεια και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες, από δράστες που ενεργούν κατ’επάγγελμα και κατά συνήθεια.
Την υπόθεση χειρίστηκαν με εντολή του προϊσταμένου της Ηλία Ζαγοραίου, οι εισαγγελείς Χ. Ντζούρας και Γ. Καλούδης οι οποίοι άσκησαν και την ποινική δίωξη.
Πώς καρπώνονταν τα κοινοτικά κονδύλια
Προς το παρόν, η δικογραφία που σχηματίστηκε για το “ελληνικό σκέλος της απάτης” στρέφεται κατά των εκπροσώπων τεσσάρων εταιρειών που εμπλέκονται στη διαδικασία κατάθεσης φακέλων για ευρωπαϊκές επιδοτήσεις ποσών σε προγράμματα έρευνας ανάπτυξης και χρήσης Τεχνολογιών πληροφορικής και Επικοινωνίας.
Βάσει των στοιχείων της OLAF που ερεύνησαν οι ελληνικές αρμόδιες υπηρεσίες, προέκυψαν ενδείξεις απάτης που συνίσταται στην ανάπτυξη και δραστηριότητα εταιρειών που σχετίζονται μεταξύ τους, οι οποίες συστηματικά κατέθεταν μεγάλο αριθμό προγραμμάτων έρευνας, τα οποία εγκρίνονταν.
Οι εν λόγω εταιρείες φέρονται να δημιουργούσαν αξιόλογα παράνομα κέρδη, χρησιμοποιώντας άλλες εικονικές εταιρείες οι οποίες εμφάνιζαν διογκωμένα ή πλαστά παραστατικά εξόδων.
Στη δικογραφία, χαρακτηριστικά, γίνεται λόγος για “συστηματική απάτη σε βάρος κοινοτικών πόρων από ομάδα εταιρειών”
Για την υπόθεση της απάτης, φαίνεται να προκύπτουν ενδείξεις και σε βάρος υπαλλήλων της Κομισιόν, μεταξύ αυτών και Ελλήνων, υπαλλήλων της Κομισιόν, οι οποίοι ενέκριναν τα επίμαχα προγράμματα. Οι εν λόγω εργαζόμενοι, που ερευνώνται, φέρονται να διαμόρφωναν τους όρους των προγραμμάτων, σε ότι αφορά τις προϋποθέσεις και το αντικείμενο, προκειμένου να καταλήγουν τα χρήματα σε συγκεκριμένους δικαιούχους στην Ελλάδα, αλλά και σε άλλες κοινοτικές χώρες.
Οι εισαγγελείς έχουν υποβάλει αίτημα δικαστικής συνδρομής για τους Έλληνες εμπλεκόμενους υπαλλήλους της Κομισιόν, καθώς υπάρχει εκκρεμοδικία λόγω παράλληλης έρευνας που διενεργείται στις Βρυξέλλες. Σε περίπτωση ωστόσο που σε βάρος τους προκύψουν επιπλέον στοιχεία τότε η δίωξη στην ελληνική δικογραφία θα επεκταθεί και σε αυτούς, πιθανόν και για το αδίκημα της δωροδοκίας- δωροληψίας.