Πιο τσουχτερά πρόστιμα για μη έκδοση αποδείξεων ορίζει τροπολογία που κατατέθηκε στη Βουλή, θέτοντας ελάχιστο ποσό προστίμου ύψους 250 ευρώ και 500 ευρώ, ανάλογα με την κατηγορία της επιχείρησης. Μάλιστα τα νέα πρόστιμα τίθενται άμεσα σε ισχύ, από τις 25 Ιουλίου, ώστε ο ελεγκτικός μηχανισμός να αξιοποιήσει την τουριστική περίοδο για συλλογή εσόδων.
Ειδικότερα, με τροπολογία που υπογράφεται από τον υπουργό Οικονομικών Ευκλείδη Τσακαλώτο και τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Τρύφωνα Αλεξιάδη, ορίζεται ότι κατά τη διαπίστωση μη έκδοσης αποδείξεων οι ελεγκτές θα εξακολουθούν να επιβάλλουν πρόστιμο ίσο με το 50% του ΦΠΑ που αναλογεί στη συναλλαγή, με τη διαφορά όμως ότι το συνολικό πρόστιμο δεν θα μπορεί να είναι μικρότερο από 250 ευρώ για όσους τηρούν απλογραφικά βιβλία και 500 ευρώ για τους υπόχρεους διπλογραφικών βιβλίων.
Τα πρόστιμα αυτά θα διπλασιάζονται, αν διαπιστωθεί υποτροπή από την επιχείρηση, μέσα σε μία πενταετία και θα τετραπλασιάζεται, αν υπάρξουν ανάλογες παραβάσεις περισσότερες φορές.
Την αυστηροποίηση των προστίμων είχε ουσιαστικά προαναγγείλει η ηγεσία του υπουργείου Οικονομικών, προκειμένου να αντιμετωπισθεί το φαινόμενο της μη έκδοσης αποδείξεων που είχε προσλάβει μεγάλες διαστάσεις, μετά τη μείωσή τους στο παρελθόν.
Τα νέα πρόστιμα θα τεθούν σε ισχύ από 25 Ιουλίου και αναμένεται να αποτελέσουν ισχυρό «όπλο» στα χέρια των ελεγκτών της Γενικής Γραμματείας Δημοσίων, που, αυτή την περίοδο, πραγματοποιούν ελέγχους με επίκεντρο τις τουριστικές και άλλες περιοχές με υψηλό βαθμό παραβατικότητας.
Αιτιολογική έκθεση
Με τις προτεινόμενες διατάξεις τροποποιείται το άρθρο 58Α του Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (ν. 4174/2013, Α’ 170). Ειδικότερα, με τις διατάξεις της παραγράφου 1 αντικαθίσταται η παράγραφος 1 του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013, προκειμένου να επέλθει εξορθολογισμός των επιβαλλόμενων προστίμων ΦΠΑ για τις παραβάσεις της μη έκδοσης ή της ανακριβούς έκδοσης φορολογικών στοιχείων, μετά και την κατάργηση με τον ν. 4337/2015 (Α’ 129) των σχετικών διαδικαστικών παραβάσεων και των αντίστοιχων προστίμων.
Η εν λόγω κατάργηση οδήγησε στην πράξη στην επιβολή προστίμων δυσανάλογα μικρού ύψους σε σχέση με τις παραβάσεις και στη συνακόλουθη απώλεια φορολογικών εσόδων, ενώ συνέβαλε και στην καλλιέργεια αίσθησης ατιμωρησίας στους φορολογούμενους.
Με την προτεινόμενη αντικατάσταση θα επιβάλλεται πλέον σε κάθε έλεγχο ένα ελάχιστο ύψος προστίμου για το σύνολο των παραβάσεων μη έκδοσης ή ανακριβούς έκδοσης φορολογικών στοιχείων, ανά φορολογικό έλεγχο, ενώ σε περίπτωση υποτροπής τα πρόστιμα θα προσαυξάνονται. Με τον τρόπο αυτό ενισχύεται η φορολογική συμμόρφωση και αυξάνονται τα δημόσια έσοδα.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 2 τροποποιείται η παράγραφος 5 του ίδιου άρθρου για τη μη σώρευση περισσότερων του ενός προστίμων διαφορετικών παραγράφων του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013. Η τροποποίηση είναι αναγκαία, καθώς με τις προτεινόμενες διατάξεις της παραγράφου 1 του ίδιου ως άνω άρθρου τίθεται κατώτατο όριο προστίμου ανά φορολογικό έλεγχο, προκειμένου να είναι σαφές ότι, στην περίπτωση αφαίρεσης του προστίμου της παραγράφου 1 από αυτό της παραγράφου 2, λόγω ταυτόχρονης εφαρμογής, δεν απομένει υπόλοιπο προς επιστροφή.
Με τις διατάξεις της παραγράφου 3 ορίζεται ο χρόνος έναρξης ισχύος των διατάξεων των προηγούμενων παραγράφων.
{jathumbnail off}