Σοκαριστικά είναι τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν σήμερα (7/3) για την αγορά εργασίας και την μετανάστευση των Ελλήνων σε ημερίδα του ελληνοαμερικανικού εμπορικού επιμελητηρίου.
Όπως επισημάνθηκε από τους ομιλητές, η Ελλάδα είναι μια χώρα που γερνάει με πολύ μεγάλη ταχύτητα, ενώ το μεγαλύτερο πρόβλημα που καλείται να αντιμετωπίσει άμεσα η χώρα είναι η «διαρροή εγκεφάλων»: Οι περίπου 450.000 Ελληνες που έφυγαν από την Ελλάδα την περίοδο 2008 – 2016 για να αναζητήσουν εργασία σε άλλες χώρες έχουν αποδώσει στις οικονομίες των χωρών αυτών, κυρίως του Ηνωμένου Βασιλείου και της Γερμανίας, 50 δισεκατομμύρια ευρώ.
«Οι άνθρωποι αυτοί είναι στην πλειοψηφία τους κάτω των 45 ετών. Η επιστροφή τους πρέπει να γίνει εθνικός στόχος» συμφώνησαν οι πρώην υπουργοί Αννα Διαμαντοπούλου και Γιάννης Βρούτσης στη συζήτηση με θέμα «Ο ρόλος της κυβέρνησης στην προσέλκυση και συγκράτηση του ταλέντου για τη διατήρηση του ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος της χώρας».
Η Άννα Διαμαντοπούλου, επικεφαλής σήμερα του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη, υπογράμμισε ότι για την αντιμετώπιση του προβλήματος «πρέπει να δούμε πράγματα έξω από αυτά που κάναμε μέχρι τώρα». Στο πλαίσιο αυτό, αναφέρθηκε σε προτάσεις που έχει καταθέσει το ινστιτούτο το οποίο διευθύνει, δίνοντας συγκεκριμένα παραδείγματα συνεργιών με άλλες χώρες. Η Δανία, για παράδειγμα, έχει μια πολύ οργανωμένη κτηνοτροφία. Υπάρχουν, τόνισε η κα Διαμαντοπούλου, και οι ευρωπαϊκοί πόροι και η απαραίτητη νομοθεσία για να εισάγουν οι έλληνες κτηνοτρόφοι αυτήν την τεχνογνωσία από τους δανούς συναδέλφους τους.
Ένα άλλο παράδειγμα είναι το Ισραήλ. Η χώρα αυτή, η οποία είχε χρεοκοπήσει το 1984, διαθέτει 6 εκατομμύρια στρέμματα καλλιεργήσιμης γης έναντι 36 εκατ. στρεμμάτων της Ελλάδας. Κι όμως και στις δυο χώρες οι καλλιέργειες αποδίδουν 7 δισ. ευρώ τον χρόνο. Σύμφωνα με την πρώην υπουργό Παιδείας, αυτό συμβαίνει επειδή η πανεπιστημιακή έρευνα στο Ισραήλ συνδέθηκε με την παραγωγή με αποτέλεσμα να δημιουργηθούν στην έρημο της Μέσης Ανατολής ακόμη και υδατοκαλλιέργειες. «Η σύνδεση αυτή θεωρείται εδώ και πολλές δεκαετίες στην Ελλάδα ταμπού» επισήμανε.
Ο πρώην υπουργός Εργασίας Γιάννης Βρούτσης, τόνισε από την πλευρά του ότι το σοκ για την απασχόληση θα ήταν πολύ μικρότερο εάν είχαν γίνει οι απαραίτητες μεταρρυθμίσεις πριν από το ξέσπασμα της κρίσης, αλλά και ότι η ανεργία θα είχε ξεπεράσει το 30% εάν δεν είχαν προωθηθεί συγκεκριμένες μεταρρυθμίσεις τη διετία 2012-2014.
«Για πολλές δεκαετίες συντηρήσαμε μια αγορά εργασίας υπερρυθμισμένη και με πολλά βάρη. Για πολλά χρόνια ακούγαμε έντρομοι τον όρο «ευελιξία» όταν οπουδήποτε αλλού στην Ευρώπη ήταν κοινή πρακτική» σημείωσε ο κ. Βρούτσης συμπεριλαμβάνοντας στα χρόνια προβλήματα της αγοράς την πολυνομία («έχουμε ένα τεράστιο εργατικό δίκαιο» ανέφερε χαρακτηριστικά), το δικαίωμα υπουργικού βέτο στα σχέδια αναδιάρθρωσης μιας εταιρίας («ο υπουργός δεν συναινούσε στην απόλυση ενός αριθμού εργαζομένων για να γίνει αρεστός και έναν μήνα μετά έκλεινε όλη η επιχείρηση»), αλλά και στον συνδικαλιστικό νόμο («δεν μπορεί ένα υποσύνολο του υποσυνόλου των εργαζομένων να κηρύσσει απεργίες»).
Στις βασικές προκλήσεις που έχει απέναντί του ο ΟΑΕΔ, αναφέρθηκε τέλος η επικεφαλής του οργανισμού Μαρία Καραμεσίνη. Ο στόχος, σημείωσε, είναι να καταστεί ο οργανισμός σύγχρονη δημόσια υπηρεσία απασχόλησης από γραφειοκρατική που είναι σήμερα, να αναβαθμίσει τις δυνατότητες υλοποίησης πολιτικών απασχόλησης και αναδείξει τη λεγόμενη «συμβουλευτικότητα» μέσα από την εκπαίδευση των συμβούλων, την αύξηση του αριθμού τους (ως προς αυτό σχεδιάζεται η πρόσληψη 350 υπαλλήλων), την αναβάθμιση της διαδικτυακής του πύλης και του τηλεφωνικού του κέντρου, το οποίο, όπως είπε, δέχεται τουλάχιστον 1.000 κλήσεις την ημέρα.
{jathumbnail off}