Αποκαλυπτικές οι εκθέσεις για τις δομές της Κιβωτού σε Πωγωνιανή και Κόνιτσα

kivotos pogoniani

Καταπέλτη για την λειτουργία της «Κιβωτού του Κόσμου» και όσων βίωναν τα παιδιά στις δομές της αποτελεί η έκθεση από τον Συνήγορο του Πολίτη που παραδόθηκε στην Υφυπουργό Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης.

Τα παιδιά βίωναν σκληρές τιμωρίες, βία, εξαναγκασμό σε διακοπή φοίτησης, πολύωρη εργασία, ξυλοδαρμούς και απομόνωση.

Στην έκθεση καυτηριάζεται η αδυναμία διενέργειας ουσιαστικού ελέγχου λόγω απουσίας θεσμικού πλαισίου για την λειτουργία των μονάδων παιδικής προστασίας. Εξαίρεση ως προς την έκταση και την ποιότητα της διερεύνησης αποτελούν οι εκθέσεις της Διεύθυνσης Κοινωνικής Μέριμνας της Περιφέρειας Ηπείρου προς την Εισαγγελία Πρωτοδικών Ιωαννίνων και την Διεύθυνση Προστασίας Παιδιού και Οικογένειας, οι οποίες, όπως υπογραμμίζεται, συνέβαλαν σημαντικά στην έρευνα της Αρχής.

Σκληρές τιμωρίες

Πρώην φιλοξενούμενοι ανέφεραν συστηματική άσκηση ψυχολογικών πιέσεων για τον έλεγχο της συμπεριφοράς των παιδιών, όπως π.χ. απειλές περί αλλαγής σχολείου ή μετακίνησης σε άλλη δομή, καθώς και συχνή υπενθύμιση σε αυτά ότι, χωρίς την Κιβωτό, θα βρίσκονταν «στο δρόμο» και, συνεπώς, ότι οφείλουν ευγνωμοσύνη για όσα τους παρέχονται.

Η επιβολή σκληρών και ψυχολογικά επιζήμιων τιμωριών επισημαίνεται σε έγγραφα της Διεύθυνσης Κοινωνικής Μέριμνας της Περιφέρειας Ηπείρου σχετικά με το Παράρτημα της Κόνιτσας, σε ένα εκ των οποίων αναφέρεται χαρακτηριστικά «από ένα μεγάλο αριθμό ανηλίκων αναφέρθηκαν μέθοδοι συνετισμού, που θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν ως αντιπαιδαγωγικοί. Έγινε επίσης λόγος για υποβολή των ανηλίκων σε στρεσογόνες καταστάσεις με αποτέλεσμα ο φόβος της επικείμενης τιμωρίας να επισκιάζει την παραμονή τους στη δομή και να διαμορφώνει το συναίσθημα και τη συμπεριφορά τους».

Το προσωπικό σε Κόνιτσα και Πωγωνιανή

Επιπλέον, από έγγραφα της Διεύθυνσης Κοινωνικής Μέριμνας της Περιφέρειας Ηπείρου προκύπτει, ότι η Προϊσταμένη της Κοινωνικής Υπηρεσίας φέρονταν και ως διευθύντρια των Παραρτημάτων της Κόνιτσας και της Πωγωνιανής, μολονότι δεν υπήρχε φυσική παρουσία της στις δομές, δεδομένου ότι είχε μετοικήσει στην Αθήνα.

Περαιτέρω, σε έγγραφα της ίδιας υπηρεσίας -ειδικότερα, σε Υπηρεσιακό Σημείωμα  προς την Διεύθυνση Προστασίας Οικογένειας του Υπουργείου Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων σχετικά με το Παράρτημα της Κόνιτσας και σε Έκθεση Αξιολόγησης (με ημερομηνία 15/09/22) σχετικά με το Παράρτημα της Πωγωνιανής- αναφέρονται, μεταξύ άλλων, ανεπάρκεια των προσόντων κάποιων εργαζομένων για τις θέσεις που καταλάμβαναν, αποδυνάμωση του ρόλου των κοινωνικών λειτουργών ως προς την εκτέλεση των αρμοδιοτήτων τους, συχνή εναλλαγή προσωπικού, αντιπαιδαγωγικές μέθοδοι συνετισμού και υποβολή των παιδιών σε στρεσογόνες καταστάσεις (όπως μνημονεύεται και παραπάνω) και ανάθεση σε αυτά σωρείας βοηθητικών καθηκόντων λόγω της ανεπαρκούς στελέχωσης.

Ενδεικτικά, αναφέρεται: «Η εν λόγω δομή (Κόνιτσας) δεν διαθέτει επάρκεια προσωπικού καθώς δεν στελεχώνεται από Μάγειρα και Υπάλληλο Καθαριότητας τα Σαββατοκύριακα. Αποτέλεσμα αυτής της έλλειψης προσωπικού είναι να επιβάλλεται στα ανήλικα από τους υπεύθυνους της δομής αυτός ο ρόλος βαφτίζοντάς τον ως ‘εκπαιδευτικό πρόγραμμα’».

Από την έρευνα του Συνηγόρου διαπιστώθηκε παρεμπόδιση της φοίτησης φιλοξενούμενων παιδιών της Κιβωτού του Κόσμου σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης.

Ειδικότερα, διαπιστώθηκε, ότι η φοίτηση στο Λύκειο αρκετών παιδιών, ιδίως αγοριών, παρεμποδίζονταν ή διακόπτονταν, ακόμη και αν τα ίδια εξέφραζαν ρητά την επιθυμία να ολοκληρώσουν την δευτεροβάθμια εκπαίδευση. Η απόφαση αυτή δεν αφορούσε σε περιπτώσεις παιδιών με σοβαρά μαθησιακά κενά ή δυσκολίες, ούτε βασίζονταν σε αξιολόγηση των εκπαιδευτικών δυνατοτήτων τους από αρμόδιους φορείς της εκπαίδευσης, αλλά στην εκτίμηση των υπευθύνων της οργάνωσης, και πρωτίστως του ίδιου του π. Αντωνίου, ότι συγκεκριμένα παιδιά «δεν κάνουν για το σχολείο». Στην Αρχή αναφέρθηκαν επίσης περιπτώσεις όπου η διακοπή της σχολικής φοίτησης ανηλίκων, ακόμη και στα μέσα του σχολικού έτους, σχετίζονταν με εναντιωματικές συμπεριφορές ή παραβιάσεις κανόνων εκ μέρους τους (π.χ. κάπνισμα), που κρίνονταν ότι μπορεί να εξέθεταν την οργάνωση.

Μολονότι κάποιοι ανήλικοι που διέκοπταν την φοίτηση στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση παρακολουθούσαν κάποιο εξωτερικό πρόγραμμα επαγγελματικής κατάρτισης (π.χ. σε ΙΕΚ), πολλοί από αυτούς εντάσσονταν στα προγράμματα εργαστηρίων που λειτουργούσαν σε Παραρτήματα της Κιβωτού του Κόσμου, τα οποία, ωστόσο, δεν διαθέτουν πιστοποίηση και, ως εκ τούτου, δεν αποτελούν αναγνωρισμένα προγράμματα επαγγελματικής κατάρτισης.

Κατά συνέπεια, η ένταξη στα προγράμματα αυτά και η απασχόληση των παιδιών σε αγροτικές ή άλλες εργασίες εντός της οργάνωσης αντί της ολοκλήρωσης της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης παρεμπόδιζε την ανάπτυξη των εκπαιδευτικών τους δυνατοτήτων, περιορίζοντας σημαντικά το εύρος των μελλοντικών επαγγελματικών τους επιλογών αλλά και υπονομεύοντας την αυτονόμησή τους από την οργάνωση μετά την ενηλικίωσή τους.

Στο Υπηρεσιακό Σημείωμα της Διεύθυνσης Κοινωνικής Μέριμνας της Περιφέρειας Ηπείρου σχετικά με το Παράρτημα της Κόνιτσας επισημαίνεται ότι «δεν εξασφαλίζεται η παροχή ίσων ευκαιριών σε όλα τα παιδιά ως προς την δυνατότητα εξωσχολικής ενισχυτικής διδασκαλίας (προετοιμασία για πανελλήνιες εξετάσεις σε αδύναμους μαθητές), ούτε η δυνατότητα εκμάθησης ξένων γλωσσών σε όλα τα παιδιά».

Χωρίς επικοινωνία

Ο Συνήγορος διαπίστωσε, ότι σε πολλές περιπτώσεις, η συνεργασία της Κιβωτού του Κόσμου με τις οικογένειες των φιλοξενούμενων παιδιών ήταν περιορισμένη και η επαφή των τελευταίων με τους γονείς και, ιδίως, με άλλα συγγενικά πρόσωπα -ακόμη και με αδέλφια τους- δεν ενισχύονταν ή ακόμη και παρεμποδίζονταν, χωρίς να υπάρχουν νομικοί ή άλλοι σοβαροί λόγοι οι οποίοι να επιβάλλουν την διακοπή ή τον σοβαρό περιορισμό της επικοινωνίας. Ειδικότερα, οι προγραμματισμένες συναντήσεις των παιδιών με τους γονείς τους ήταν σύντομες σε διάρκεια και πραγματοποιούνταν πάντα παρουσία κοινωνικού λειτουργού, ενώ ακόμη και η τηλεφωνική επικοινωνία λάμβανε χώρα σε ανοιχτή ακρόαση, με συνέπεια να παρεμποδίζεται σοβαρά η ελεύθερη έκφραση και η δυνατότητα ουσιαστικής επικοινωνίας. Η επιτήρηση της επικοινωνίας δεν περιοριζόταν σε περιπτώσεις όπου υπήρχαν ανησυχίες για θέματα ασφάλειας των παιδιών ή άλλοι σοβαροί λόγο, αλλά αποτελούσε γενικευμένη πρακτική της οργάνωσης.

Τα παραπάνω επισημαίνονται κατ’ επανάληψη σε έγγραφα της Διεύθυνσης Κοινωνικής Μέριμνας της Περιφέρειας Ηπείρου προς την Κιβωτό του Κόσμου και το Υπουργείο, σχετικά με τα Παραρτήματα της Πωγωνιανής και της Κόνιτσας, στα οποία συστήνεται η αλλαγή των εν λόγω πρακτικών.

Απαγόρευση μετακίνησης εκτός δομής

Αντίστοιχα, σε έγγραφα της Διεύθυνσης Κοινωνικής Μέριμνας της Περιφέρειας Ηπείρου σχετικά με το Παράρτημα Κόνιτσας επισημαίνεται η απαγόρευση κάθε μετακίνησης κοριτσιών εφηβικής ηλικίας εκτός της δομής χωρίς συνοδεία, καθώς και η απαγόρευση συμμετοχής τους σε κοινωνικές ή ψυχαγωγικές δραστηριότητες με συμμαθητές και άλλους συνομηλίκους τους, και συστήνεται προς την οργάνωση η αλλαγή των πρακτικών αυτών.

Από την παραπάνω και άλλες μαρτυρίες πρώην φιλοξενούμενων προκύπτει, ότι η ψυχαγωγία και κοινωνικοποίηση των παιδιών εκτός της οργάνωσης παρεμποδίζονταν ή περιορίζονταν σημαντικά, ή αντιμετωπίζονταν ως ειδικό προνόμιο το οποίο παρέχονταν υπό όρους, σύμφωνα με την κρίση και αξιολόγηση των υπευθύνων της εκάστοτε δομής.

Τέλος, επισημαίνεται η διάρρηξη της σχέσης και επικοινωνίας των παιδιών με φίλους, συμμαθητές και άλλα πρόσωπα του κοινωνικού τους περιβάλλοντος, πέραν της οικογένειας τους, ως συνέπεια των μετακινήσεων τους σε άλλα Παραρτήματα, στο πλαίσιο της σχετικής πρακτικής της οργάνωσης που αναφέρεται και παραπάνω.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ