Τρία μέλη της οργάνωσης πρωτεργάτες των επεισοδίων στα  Γιάννινα τον Δεκέμβριο του 2022

Συμμετοχή των ηγετικών και άλλων μελών της εγκληματικής οργάνωσης που εξαρθρώθηκε για τα αιματηρά επεισόδια στου Ρέντη και τη δολοφονία αστυνομία, σε άλλες 14 περιπτώσεις αθλητικές βίας διακριβώθηκε από την προανάκριση της αστυνομίας.

Σύμφωνα με την επίσημη ανακοίνωση της ΕΛΑΣ, μία από τις περιπτώσεις αυτές διαδραματίστηκε στα Ιωάννινα.

Συγκεκριμένα στις 21 Δεκεμβρίου του 2022 πριν την έναρξη ποδοσφαιρικού αγώνα στα Ιωάννινα, πέντε άτομα αφαίρεσαν πανό της γηπεδούχου ομάδας από την κερκίδα και το έκαψαν. Παράλληλα, έτερα άτομα έσπαγαν καθίσματα και τα πετούσαν σε αστυνομικές δυνάμεις. Ταυτοποιήθηκαν τρία μέλη της οργάνωσης για τις εν λόγω επιθέσεις.epeisodia gipedo

Αναλυτικά η ανακοίνωση

Από την Υποδιεύθυνση Αντιμετώπισης Βίας στους Αθλητικούς Χώρους της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής ολοκληρώθηκε η έρευνα στο πλαίσιο της οποίας διακριβώθηκε η δράση εγκληματικής οργάνωσης, τα μέλη της οποίας προέβαιναν σε εγκληματικές πράξεις με αθλητικό υπόβαθρο, μεταξύ των οποίων και η επίθεση σε βάρος αστυνομικών της Υ.Α.Τ. στις 7 Δεκεμβρίου 2023 στο Ρέντη, με αποτέλεσμα το θάνατο του Αρχιφύλακα Γεώργιου Λυγγερίδη.

Για τον τερματισμό της δράσης τους οργανώθηκε και υλοποιήθηκε, τη Δευτέρα 22 Απριλίου 2024, αστυνομική επιχείρηση με την κωδική ονομασία «ΔΑΜΟΚΛΕΙΟΣ ΣΠΑΘΗ», στο πλαίσιο της οποίας συνελήφθησαν-63- μέλη της οργάνωσης, που συνολικά απαρτίζεται από -160- άτομα, τα οποία κατηγορούνται για –κατά περίπτωση- εγκληματική οργάνωση, ανθρωποκτονία από πρόθεση, επικίνδυνες σωματικές βλάβες, διατάραξη κοινής ειρήνης, έκρηξη, ληστεία, εκβίαση, εμπρησμό, κλοπή, φθορά ξένης ιδιοκτησίας και για παραβάσεις σχετικές με τις εκρηκτικές ύλες, τις φωτοβολίδες, τα βεγγαλικά, τα όπλα σε συνδυασμό με τη νομοθεσία περί αθλητισμού.

Στο πλαίσιο των ερευνών συνελήφθησαν επιπλέον -4- άτομα που κατηγορούνται για παράβαση των νόμων περί ναρκωτικών , περί όπλων και περί φωτοβολίδων και βεγγαλικών.

Η έρευνα, που διεξήχθη υπό άκρα μυστικότητα τους τελευταίους -4- μήνες, ξεκίνησε αμέσως μετά την επίθεση στου Ρέντη και από την εξέλιξή της διαπιστώθηκε ότι αυτή δεν αποτελούσε ένα μεμονωμένο περιστατικό, αλλά προέκυψε ότι διαπράχθηκε από οπαδούς ομάδας, οι οποίοι τουλάχιστον από το 2019 είχαν συγκροτήσει επιχειρησιακά δομημένη και με διαρκή δράση εγκληματική οργάνωση, με σκοπό την τέλεση κακουργημάτων και πλημμελημάτων σε βάρος αστυνομικών και αντίπαλων οπαδών.

Το συμπέρασμα αυτό ήταν αποτέλεσμα ενδελεχούς και σε βάθος έρευνας, στο πλαίσιο της οποίας αξιοποιήθηκαν προανακριτικά στοιχεία και δεδομένα, ειδικές ανακριτικές τεχνικές και δικονομικά μέσα ενώ καίριο ρόλο διαδραμάτισε και η συνδρομή του επιστημονικού προσωπικού της Διεύθυνσης Εγκληματολογικών Ερευνών, που κλήθηκε να εξετάσει και να διενεργήσει συγκριτικές εξετάσεις σε πλήθος πειστηρίων και ευρημάτων.

Στο πλαίσιο αυτό, καταδείχθηκε επακριβώς ο ρόλος ενός εκάστου και ο τρόπος που λειτουργούσαν στις εγκληματικές επιθέσεις για τις οποίες κατηγορούνται.

Ειδικότερα, τον στενό πυρήνα της εγκληματικής οργάνωσης αποτελούσαν -8- άτομα τα οποία είχαν και ηγετικό ρόλο χαρακτηριζόμενοι μάλιστα ως «μεγάλοι», αφού είχαν την καθολική και αδιαμφισβήτητη αποδοχή και υπακοή των κατώτερων μελών, ηλικίας 16 έως 24 ετών, που αποκαλούνταν «μικροί» και αποτελούσαν τη δύναμη κρούσης κατά την πραγματοποίηση επιθέσεων.

Για την στρατολόγηση των «μικρών» στην οργάνωση, τα ηγετικά μέλη τους παρείχαν δωρεάν είσοδο στο γήπεδο ενώ τους έδιναν και φιλοδωρήματα. Γίνονταν μέλος της οργάνωσης, μόνο αν είχαν συμμετάσχει τουλάχιστον σε μία αξιόποινη πράξη. Μάλιστα, ήταν τέτοια η επιθυμία τους να ανέβουν στην υπόληψη των «μεγάλων», που ήταν ιδιαιτέρως βίαιοι και πάντα πρόθυμοι να συμμετέχουν σε επιθέσεις κατά αστυνομικών ή αντίπαλων οπαδών.

Η δράση της εγκληματικής οργάνωσης εντοπίζεται κυρίως στην Αττική και κατά περίπτωση σε περιοχές της επαρχίας όπως στον Βόλο και στα Ιωάννινα, τελώντας εγκλήματα με αθλητικό υπόβαθρο ή με αφορμή αθλητικές εκδηλώσεις. Τα κίνητρά των μελών της είναι κυρίως οπαδικά, ως έκφραση δυσαρέσκειας για μη ευνοϊκά αποτελέσματα αγώνων ή ως μέσο εκφοβισμού και επίδειξης δύναμης απέναντι σε οπαδούς άλλων ομάδων ή αστυνομικών που λαμβάνουν μέτρα τάξης στους αγώνες. Μάλιστα, ηγετικά μέλη απολάμβαναν ειδικής μεταχείρισης καθώς κατέχοντας διαπιστεύσεις ως S.L.O. κινούνταν ελεύθερα σε όλους τους χώρους του γηπέδου, οργανώνοντας με φωνές και χαρακτηριστικές κινήσεις των χεριών του «μικρούς» ώστε να εισέλθουν στον αγωνιστικό χώρο για πρόκληση επεισοδίων και επίθεση στις αστυνομικές δυνάμεις.

Ωστόσο, προέκυψαν και οικονομικά οφέλη για ορισμένα από τα μέλη της οργάνωσης συνδεόμενα με τη δράση τους. Τα μέλη αυτά, για να έχουν τον πλήρη έλεγχο στα υπόλοιπα, λάμβαναν προσκλήσεις για δωρεάν είσοδο, τις οποίες στη συνέχεια είτε μοίραζαν δωρεάν με σκοπό τη στρατολόγηση νέων μελών ή τις πουλούσαν έξω από τα γήπεδα της ομάδας που υποστήριζαν σε τιμή ανώτερη της αναγραφόμενης. Με τον τρόπο αυτό έλεγχαν την είσοδο ατόμων σε θύρες «απενεργοποιώντας» τη δυνατότητα αυτή από το ευρύ κοινό ενώ παράλληλα χρηματοδοτούνταν εμμέσως από αυτούς που τους παρείχαν εισιτήρια και προσκλήσεις. Επίσης, απαιτούσαν και λάμβαναν από τις καντίνες που λειτουργούν περιμετρικά των γηπέδων χρηματικά ποσά 20 ή 50 ευρώ, ενώ σε περίπτωση άρνησης καταβολής του αντίστοιχου κομίστρου, προέβαιναν σε φθορές.

Τέλος, ανέκυψε ότι, κάποια από τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης συνδέονται με εργασιακές σχέσεις τόσο με την ομάδα όσο και με άλλο Φορέα, όπου εργάζονταν χωρίς να πηγαίνουν στην εργασία τους, παρά μόνο μετά το περιστατικό στου Ρέντη οπότε και ζητήθηκε πλέον να πηγαίνουν κανονικά για εργασία αλλιώς να αιτούνται άδεια. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση ηγετικού μέλους που εργαζόταν σε αθλητικό σωματείο της ομάδας που υποστηρίζει, όμως η σχέση εργασίας με αυτό διακόπηκε την ημέρα που έλαβαν χώρα τα επεισόδια στου Ρέντη.

Μάλιστα είναι αξιοσημείωτη η αφοσίωση που είχαν ανάμεσα τους, καθώς όταν απειλούνταν η ηγεσία της εγκληματικής ομάδας, από έτερους ανταγωνιστές τους, επιτίθονταν σε αυτούς με ιδιαίτερη σφοδρότητα.

Ο σχεδιασμός και η επιλογή των στόχων της εγκληματικής οργάνωσης γινόταν αποκλειστικά από τα -8- ηγετικά στελέχη, τα οποία διαδραμάτιζαν σημαντικό ρόλο και κατά το εκτελεστικό στάδιο, με φυσική και καθοδηγητική παρουσία σε όλες σχεδόν τις έκνομες ενέργειές τους. Τα νεότερα μέλη δεν προχωρούσαν σε καμία πράξη χωρίς την εντολή ή την έγκριση των «μεγάλων», όπως διαφάνηκε και από την επίθεση σε βάρος αστυνομικών την 7η Δεκεμβρίου 2023 στου Ρέντη, με αποτέλεσμα τον θάνατο του αστυνομικού Γεώργιου Λυγγερίδη.

Στην περίπτωση αυτή διακριβώθηκε η εμπλοκή -141- μελών της εγκληματικής οργάνωσης που έδρασαν με συγκεκριμένο σχέδιο, από το προπαρασκευαστικό στάδιο μέσω της προμήθειας, κατασκευής και μεταφοράς «πολεμοφοδίων» στο γήπεδο έως και την εκτέλεση αυτού, με συγκεκριμένες εντολές από ηγετικά μέλη αλλά ακόμα και επιτόπου αλλαγή στο χρονοδιάγραμμα της επίθεσης, με εντολή του 40χρονου αδιαφιλονίκητου ηγέτη της οργάνωσης και αρχηγού συγκεκριμένης θύρας.

Πιο αναλυτικά, απογευματινές ώρες της 7/12/2023 -34- μέλη της εγκληματικής οργάνωσης, μεταξύ των οποίων και -2- αρχηγικά συγκεντρώθηκαν έξω από γήπεδο ποδοσφαίρου όπου παρέμειναν για μία ώρα φορτώνοντας αυτοκίνητα με ναυτικές φωτοβολίδες, φωτοβολίδες χειρός και αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς. Μεταξύ των ατόμων που βρίσκονταν εκεί ήταν και ο μετέπειτα συλληφθείς ανήλικος της ανθρωποκτονίας, ο οποίος μαζί με συγγενικό του πρόσωπο και ακόμη ένα άτομο, μετά από σχετική εντολή, μετέβησαν σε βενζινάδικο για προμήθεια βενζίνης. Το ίδιο έπραξε αυτοβούλως ακόμη ένα άτομο, ενώ συνολικά εφοδιάστηκαν με -10- μπουκάλια βενζίνη του μισού λίτρου.

Στη συνέχεια, αρχηγικό μέλος παρέδωσε σε -10- μέλη περί τους -10- δυναμίτες προκειμένου να κατασκευάσουν Αυτοσχέδιους Εκρηκτικούς Μηχανισμούς, ενέργεια την οποία συνέχισαν και μετά την άφιξή τους στο γήπεδο όπου θα διεξάγονταν ο αγώνας, ενώ στην κατοχή τους είχαν και ναυτικές φωτοβολίδες.

Μάλιστα κάποια μέλη για τη μετάβασή τους στο γήπεδο χρησιμοποίησαν ενοικιαζόμενα οχήματα, ώστε να καταστεί δυσχερής ο εντοπισμός τους.

Αρχικά το σχέδιο ήταν η επίθεση σε βάρος των αστυνομικών να γίνει στο τέλος του αγώνα, όμως αυτό άλλαξε με παρέμβαση του 40χρονου ηγέτη της οργάνωσης, οπότε έλαβε χώρα με την ολοκλήρωση του πρώτου σετ και αφού είχε εντοπιστεί ο στόχος τους και δοθεί το σχετικό σύνθημα.

Κάθε μέλος της οργάνωσης που συμμετείχε στις σφοδρές επιθέσεις, γνώριζε πολύ καλά το σχέδιο, ενώ εκείνη την ημέρα είχαν φροντίσει να μην φέρουν περιβολή ανάλογη με τα χρώματα της ομάδας που υποστηρίζουν, αλλά η συντριπτική πλειοψηφία φορούσε μαύρα ρούχα και κατά τη διάρκεια των επιθέσεων είχαν καλυμμένα τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους με κουκούλες τύπου full face και half face καθώς και μάσκες μίας χρήσης.

Η εντολή δόθηκε από τα δύο ηγετικά στελέχη της εγκληματικής οργάνωσης, οι οποίοι βάδιζαν μπροστά από τους υπόλοιπους με κατεύθυνση προς την διμοιρία, οι αστυνομικοί της οποίας δέχθηκαν βάναυση επίθεση με αποτέλεσμα τον σοβαρό τραυματισμό και μετέπειτα θάνατο του Αρχιφύλακα Γεώργιου Λυγγερίδη και τον τραυματισμό ακόμη ενός.

Οι αστυνομικοί κατάφεραν να απωθήσουν τα άτομα, η πλειοψηφία των οποίων εισήλθε στο γήπεδο όπου έκαψαν μέρος του ρουχισμού τους στις τουαλέτες του γηπέδου ενώ κάποιοι εξ αυτών, απέρριψαν εξωτερικά του γηπέδου, μέρος του ρουχισμού τους ή άλλαξαν τα ρούχα τους με άλλους δράστες οπαδούς, ώστε να δυσχεράνουν όσο το δυνατόν το έργο των αστυνομικών και να καταστεί αδύνατη η πιθανή ταυτοποίησή τους.

Από τη συνολική προανάκριση διακριβώθηκε η –κατά περίπτωση- συμμετοχή των ηγετικών και των λοιπών μελών σε επιθέσεις είτε σε βάρος αστυνομικών δυνάμεων είτε σε βάρος αντίπαλων οπαδών σε ακόμη -14- περιπτώσεις.