Μπαράζ συλλήψεων για την υπόθεση των εταιρειών-παρόχων ηλεκτρικού ρεύματος Energa – Hellas Power, διέταξε ο ειδικός ανακριτής, αρμόδιος σε θέματα διαφθοράς, Σπ.Γεωργουλέας, που εξέδωσε συνολικά πέντε εντάλματα σύλληψης.
Ενώπιον του ανακριτή οδηγήθηκαν οι τρεις κατηγορούμενοι, δύο άντρες και μία γυναίκα, που συνελήφθησαν την Πέμπτη και, ήδη, απολογήθηκε για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα και αφέθηκε ελεύθερη με απαγόρευση εξόδου από την χώρα η 63χρονη.
Η γυναίκα είναι σύζυγος και μητέρα, αντίστοιχα, δυο εκ των υπευθύνων της μίας εμπλεκόμενης εταιρίας και, ήδη, προσωρινά κρατούμενων για την υπόθεση. Οι άλλοι δύο συλληφθέντες, ηλικίας 38 και 44 ετών, έλαβαν προθεσμία για τις απολογίες τους και παραμένουν υπό κράτηση.
Ο ανακριτής εξέδωσε εναντίον τους εντάλματα σύλληψης, μετά από στοιχεία που διαβιβάστηκαν από κινήσεις τραπεζικών λογαριασμών των εμπλεκομένων στην Κύπρο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, πριν από λίγες ημέρες, με απόφαση της κυπριακής Δικαιοσύνης, «πάγωσε» λογαριασμός με περίπου 22 εκατομμύρια ευρώ που φέρεται να ανήκει στην οικογένεια της 63χρονης γυναίκας, χρήματα που φαίνεται να κατέληξαν στη Λευκωσία, μετά από διαδρομές λογαριασμών διαφόρων εταιρειών σε Ελβετία και Κίνα.
Ο ανακριτής της υπόθεσης έχει εκδώσει, με βάσει αυτά τα νέα στοιχεία, δυο ακόμα εντάλματα, που αφορούν έναν ξένο υπήκοο, εκπρόσωπο αλλοδαπής εταιρίας, καθώς και έναν Έλληνα εκπρόσωπο λιβεριανής εταιρίας, που φέρονται να εμπλέκονται στη διακίνηση χρημάτων.
Για την υπόθεση έχουν κριθεί προφυλακιστέοι έξι κατηγορούμενοι για αδικήματα που αφορούν, ανά περίπτωση, υπεξαίρεση σε βάρος του Δημοσίου, λαθρεμπορία και νομιμοποίηση εσόδων από παράνομη δραστηριότητα.
Η δικογραφία που έχει σχηματιστεί για την υπόθεση αφορά ποσά από την εμπορία ρεύματος που οι δύο εταιρίες Εnerga και Hellas Power, δεν κατέβαλλαν στις αρμόδιες κρατικές αρχές, όπως τον ειδικό φόρο κατανάλωσης ηλεκτρικής ενέργειας, αλλά και το τέλος ακίνητης περιουσίας τα οποία εισέπρατταν από τους καταναλωτές.
Το κατηγορητήριο σε βάρος τους αναφέρει ότι τα επίμαχα ποσά, που υπολογίζονται σε 200 εκατομμύρια ευρώ, εξήχθησαν εκ μέρους των υπευθύνων των δύο εταιρειών σε αλλοδαπούς τραπεζικούς λογαριασμούς.