Απρόθυμοι είναι προς το παρόν οι Γερμανοί τουρίστες να αγοράσουν πακέτα για διακοπές στην Ελλάδα, με τις κρατήσεις να υποχωρούν κατά 26%, στάση αναμονής τηρούν και οι Βρετανοί, ενώ άσχημα είναι τα νέα από την αγορά της Ρωσίας.
Την ίδια ώρα δύο ιδιαίτερα σημαντικοί προορισμοί της χώρας -από πλευράς ξενοδοχειακού δυναμικού- η Κρήτη, που είναι πρώτη στις αεροπορικές αφίξεις, και η Ρόδος «βλέπουν» τις κρατήσεις του Μαΐου να υστερούν κατά 10% και 40% αντίστοιχα σε σχέση με πέρυσι, ενώ οι ξενοδόχοι της Κρήτης χαρακτηρίζουν τον Απρίλιο «χαμένο» τουριστικά μήνα.
Μάλιστα, σύμφωνα με τα πρώτα στοιχεία της Ενωσης Ξενοδόχων Ηρακλείου οι μεγαλύτερες απώλειες έχουν να κάνουν με την αγορά της Ρωσίας, καθώς οι προκρατήσεις είναι μειωμένες έως και 60%, σε σχέση με πέρυσι.Ο Σύνδεσμος Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) κάνει λόγο για «μια ανησυχητική αλλαγή συμπεριφοράς όσον αφορά στις κρατήσεις δύο εκ των βασικών αγορών του ελληνικού τουρισμού, της Γερμανίας και της Αγγλίας».
Σύμφωνα με στοιχεία του SETE Intelligence, η γερμανική αγορά παρότι κινούνταν ανοδικά έως και τον Δεκέμβριο του 2014, στη συνέχεια εμφάνισε κατακόρυφη πτώση. Οι κρατήσεις ήταν μειωμένες κατά 16,2% τον Φεβρουάριο και 25,8% τον Μάρτιο, ενώ για την ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου ήταν αυξημένες 10,2% και 2%.
Οσον αφορά τις κρατήσεις στη Βρετανία παρουσιάζονται οριακά αυξημένες Φεβρουάριο και Μάρτιο (+1% και +2% αντίστοιχα), ωστόσο παρατηρείται, σύμφωνα με τον ΣΕΤΕ, μία σημαντική απώλεια μεριδίου αγοράς έναντι του ανταγωνισμού, όταν μάλιστα λόγω της ενίσχυσης της στερλίνας έναντι του ευρώ αναμενόταν αύξηση των τουριστών.
Για φέτος ο ΣΕΤΕ προέβλεπε ότι οι αφίξεις θα ανέλθουν στα 25 εκατομμύρια άτομα (από 24,2 εκατομμύρια το 2014 μαζί με τους επιβάτες κρουαζιέρας) και τα έσοδα θα ξεπεράσουν τα 14 δισ. ευρώ (από 13,4 δισ. πέρυσι).
Τώρα, επανεκτιμά τους στόχους -θα ανακοινώσει τα στοιχεία μέσα στον Μάιο- ευελπιστώντας ότι θα διαμορφωθούν στα περσινά επίπεδα. Και όλα αυτά ενώ το πρώτο δίμηνο οι αφίξεις ήταν αυξημένες κατά 52,7%, -1,115 εκατομμύρια ταξιδιώτες από 730 000 την αντίστοιχη περσινή περίοδο- ενώ οι εισπράξεις έφτασαν τα 327 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση 12,4%.