Ο εκδημοκρατισμός στη λειτουργία του Δήμου

Γράφει: Μωυσής Ελισάφ

“Αν θέλουμε μια ένδειξη της δημοκρατίας αυτή δεν μπορεί να είναι ο αριθμός των ατόμων που έχουν δικαίωμα ψήφου, αλλά ο αριθμός των εκτός της πολιτικής χώρων στους οποίους ασκείται το δικαίωμα ψήφου”.
Ν. Μπόμπιο

Η λέξη δήμος κατά τους αρχαίους Έλληνες σήμαινε τμήμα γης και μαζί και τους ανθρώπους που την κατοικούσαν. Άλλοτε σήμαινε και φυλές, ενώ κατά το Βυζάντιο και φατρίες. Σε κάθε περίπτωση όμως σήμαινε – και σημαίνει – σύνολο ανθρώπων με κοινά χαρακτηριστικά και προπάντων με ενιαία – έστω και μερική – θέληση. Από εδώ και η λέξη δημοκρατία που υποδήλωνε, και θεωρητικά ακόμη υποδηλώνει, την πρόθεση σε ένα καθεστώς
συνύπαρξης τον κυρίαρχο λόγο να τον έχει η θέληση τουλάχιστον των περισσοτέρων.

Σήμερα η δημοκρατία και σε επίπεδο δήμου είναι αντιπροσωπευτική. Oι πολίτες καλούνται ανά 4/ετία να αναθέσουν σε αντιπροσώπους τη διαχείριση των κοινών. Στο ενδιάμεσο των εκλογών οι μεμονωμένες ή και οι συλλογικότερες απόψεις των πολιτών δύσκολα αναζητούνται και πολύ δυσκολότερα
συνυπολογίζονται. Η ψηφοκεντρική αυτή προσέγγιση έχει ως συνέπεια τη δημιουργία των νικητών εκείνων που τα παίρνουν όλα
και των ηττημένων εκείνων που τα χάνουν όλα .

Στη συνέχεια το κέντρο των αποφάσεων μετατίθεται από τη βάση που διαμορφώνουν οι πολλοί, στην κορυφή που βρίσκονται οι λίγοι και μάλιστα μονομερώς προς ην πλευρά των νικητών. Και σ΄ αυτή τη μετατόπιση η δημοκρατία αρχίζει να ατροφεί και να διολισθαίνει σε ένα σύστημα αφανούς ολιγαρχίας.
Βεβαίως, θα ισχυριστεί δικαίως κάποιος , υπάρχουν προεκλογικές δεσμεύσεις. Εκτός του ότι οι δεσμεύσεις αυτές συνήθως δεσμεύουν μόνον αυτούς που τις ακούνε, στην πράξη αποδεικνύεται ότι πολλές από αυτές δεν μπορεί να πραγματοποιηθούν, ενώ πολλές άλλες δεν μπορούσαν να προβλεφτούν.

Συνεπώς η ανά 4/ετία καταγραφή της άποψης των πολλών δεν θεμελιώνει σύστημα δημοκρατίας. Από εδώ προκύπτει η άμεση απαίτηση να αναζητηθούν και σε επίπεδο δήμου – και όχι μόνον – διαδικασίες που για τα μεγάλα και κρίσιμα προβλήματα του δήμου η γνώμη των πολλών θα ενσωματώνεται και κατά τη
διάρκεια της 4/ετίας με τρόπο αξιόπιστο στις όποιες αποφάσεις.

Τούτο σημαίνει πως θα πρέπει να δρομολογηθεί, έστω το πρώτο βήμα, προς την κατεύθυνση της καθιέρωσης μιας ειλικρινούς αλληλοδιάδρασης μεταξύ βάσης και κορυφής, ώστε η φορά της πληροφόρησης της ευθύνης, αλλά και της διαχείρισης να είναι και από κάτω προς τα πάνω. Και αυτό σε όλη τη διάρκεια της 4/ετίας, τουλάχιστον για τα σημαντικά προβλήματα.
Βεβαίως η συμμετοχή των πολιτών προϋποθέτει και προαπαιτεί καλά πληροφορημένους πολίτες. Σήμερα το δικαίωμα της ελεύθερης έκφρασης έχει κατακτηθεί. Η γνώμη είναι ελεύθερη.

Ο έλεγχος όμως συνήθως ασκείται στο στάδιο της διαμόρφωσης της γνώμης, όπου συνήθως η γνώμη των πολλών ελέγχεται και καθοδηγείται. Συνεπώς ένα επόμενο βήμα είναι η καθιέρωση θεσμών, τεχνικών και μεθόδων, που θα προστατεύουν τη διαμόρφωση της γνώμης του πολίτη, από τη μονομερή, ή ατελή
πληροφόρηση και θα τον θέτουν μπροστά στο πλήθος των πιθανών εκδοχών κάθε προβλήματος, ώστε ανεπηρέαστος να επιλέγει. Η αρχή αυτή οφείλει να προηγείται κάθε συμμετοχής του πολίτη.

Για την αξιόπιστη συμμετοχή των πολιτών κατά τη διάρκεια της 4/ετίας, έστω στα σημαντικότερα ζητήματα, θα χρειαστεί περισσότερη τόλμη, αλλά και προσοχή. Σήμερα οι τάσεις των πολιτών ανιχνεύονται με τις δημοσκοπήσεις. Αυτό όμως γίνεται σε γενικό επίπεδο και για γενικά θέματα πολιτικής . Στη διαδικασία αυτή απουσιάζει η αποτύπωση των τάσεων των πολιτών για τα τοπικά θέματα, τα οποία όμως αποτελούν ουσιώδες μέρος των ενδιαφερόντων τους.

Στο άμεσο μέλλον αυτό πρέπει να αλλάξει.
Και η διαδικασία των δημοσκοπήσεων με όλα τα αμφιλεγόμενα, θα πρέπει να καθιερωθεί και στην περιφέρεια. Με την προϋπόθεση όμως ότι στις δημοσκοπήσεις, είτε πρόκειται για την αποτύπωση γενικού ή τοπικού ενδιαφέροντος, θα πρέπει να αποφεύγονται τα διλημματικά και εκβιαστικά ερωτήματα διπλής εισόδου που απαιτούν ένα ναι ή ένα όχι και ότι θα αξιοποιούνται μέθοδοι και τεχνικές που θα δίνουν την ευκαιρία στον πολίτη να επιλέγει μέσα από ερωτηματολόγια πολλαπλών επιλογών, την ακριβή, όσο γίνεται, προτίμησή του. Με τον τρόπο αυτό οι όποιες λύσεις των σημαντικών προβλημάτων, θα περνούν από την πόρτα της συναίνεσης των περισσοτέρων τουλάχιστον πολιτών.

Και μια ακόμη επισήμανση: Σε κάθε περίπτωση το κάθε Δημοτικό Συμβούλιο αναλαμβάνει να κάνει πράξη τα όσα εξήγγειλε. Ασφαλώς διαδικαστικά θα χρειαστεί να χωρίσει τις αρμοδιότητες σε επιμέρους τμήματα και άρα να διασπάσει το όλον.

Όμως το τελικό αποτέλεσμα δεν μπορεί να είναι συνέπεια επιτυχίας μεμονωμένων τμημάτων. Όπως οι στρατηγικοί στόχοι όφειλαν να είναι προϊόν σφαιρικής θέασης, το ίδιο και το αποτέλεσμα, για να είναι θετικό, θα πρέπει θετικό πρόσημο να έχουν και όλα τα επιμέρους τμήματα. Το συλλογικό χρέος
συνεπώς του Συμβουλίου είναι ο συντονισμός των επιμέρους ώστε ακόμη και οι …ασθενέστεροι τόνοι του συστήματος να υπαχθούν σε προσχεδιασμένη συλλογικότητα και να ενισχυθούν οριζόντια από άλλους τομείς. Γεγονός που θα φέρει στην επιφάνεια όχι μόνον την ανάγκη σφαιρικής αντίληψης ή και συνευθύνης, αλλά και τη μέγιστη αρετή της συνεργασίας. Άλλωστε στην αντίθετη περίπτωση η ανεμπόδιστη πλέον ανταγωνιστικότητα θα πλήξει
καίρια το συλλογικό έργο του συστήματος, που εντέλει θα βουλιάξει αύτανδρο.

Χρειαζόμαστε, συνεπώς, νέους θεσμούς και όχι μόνο νέους ανθρώπους Και μάλιστα θεσμούς που, παράλληλα με τη διασφάλιση των πολιτικών δικαιωμάτων, θα καθιστούν τους πολίτες και υπεύθυνους για τη συλλογική τους σωτηρία. Η πρωτόγνωρη οικονομική κρίση, δείχνει με σαφήνεια ότι το ατομικό καλό περνάει από την ικανοποίηση και του κοινού καλού. Και αυτό οφείλουμε να το υιοθετήσουμε όλοι μας. Και δείχνει και κάτι ακόμη:
ότι οι πολίτες υπακούουν προφανώς περισσότερο σε αποφάσεις που συμμετείχαν και οι ίδιοι στη διαμόρφωσή τους. Στην αντίθετη περίπτωση η βία αποχαλινώνεται και η βαρβαρότητα θριαμβεύει.
Τουλάχιστον τώρα ας μην αποδειχτούμε όλοι… βαρήκοοι.

Θα πρέπει να βρούμε τρόπο, και η νέα τεχνολογία διαθέτει αυτή τη δυνατότητα, πριν την απόφαση να έχουμε καταγραμμένη με αξιόπιστο τρόπο, την τάση της πλειονότητας τουλάχιστον των δημοτών. Και να πω και ένα ακόμη παράδειγμα: Δεν μπορεί η εκάστοτε δημοτική αρχή να αποφασίζει μόνη της και συνήθως εν κρυπτώ προσλήψεις που ίσως δεν είναι αναγκαίες. Και μάλιστα με κριτήρια, ώστε να βολεύονται οι ημέτεροι. Όλη η διαδικασία θα πρέπει να έχει τη συναίνεση και συγκατάθεση, τουλάχιστον της πλειονότητας των πολιτών. Με τον ίδιο τρόπο θα πρέπει να αντιμετωπίζονται και όλα τα σημαντικά προβλήματα.

Μόνο έτσι οι ενεργοί πολίτες θα νιώσουν την εξουσία δική τους. Και μόνον έτσι θα αρχίσουν να οικοδομούν μια εμπιστοσύνη, όχι μόνο προς του θεσμούς, αλλά και προς την έννοια του γενικού καλού, που είναι και ο τελικός μας στόχος. Άλλωστε υγιείς κοινωνίες είναι εκείνες που διαμορφώνουν οι ίδιες συλλογικές αποφάσεις τις οποίες και αποδέχονται. Μόνο έτσι θα βγούμε από τον πολιτικό λήθαργο στον οποίο καιρό και καιρό έχουμε υποπέσει.
Η εμπιστοσύνη όμως στους άλλους, αλλά και στους θεσμούς προϋποθέτουν ένα ξεκαθάρισμα του τι εννοούμε ακριβώς όταν μιλάμε για το γενικό καλό. Το ατομικό καλό το ορίζει ο καθένας μόνος του. Και μόνος του προσπαθεί να το λύσει. Το γενικό καλό το γνωρίζουμε όλοι. Η διοίκηση, η υγεία, η ασφάλεια, η εκπαίδευση, αλλά και ακόμη η διαχείριση των απορριμμάτων, ο τρόπος διαχείρισης της γης, η διαχείριση των νερών μας, ο τρόπος λειτουργίας της ντόπιας αγοράς, η προστασία των ηλικιωμένων των βρεφών και των αναξιοπαθούντων, η χωροταξία, η πολεοδομία η κυκλοφορία των αυτοκινήτων, η προστασία του
περιβάλλοντος, η διαχείριση και σωτηρία της λίμνης μας, η προστασία των μνημείων του πολιτισμού μας κ.λπ. είναι μερικά από τα προβλήματα που διαμορφώνουν το περιεχόμενο της έννοιας του γενικού καλού. Και τα οποία δεν μπορούμε να τα λύσουμε ο καθένας ξεχωριστά. Και συνήθως τη λύση τους την αναμένουμε από τους δημοτικούς άρχοντες ή από το κράτος.

Εδώ αρχίζει ένα πρόβλημα. Πράγματι η εκάστοτε δημοτική αρχή επιφορτίζεται με την ευθύνη να δώσει λύσεις στα παραπάνω προβλήματα. Κάθε λύση όμως στην ουσία είναι συνήθως επιλογή σε πολλαπλά και αντιτιθέμενα ατομικά συμφέροντα. Το να αποφασίζει, συνεπώς, ανεξέλεγκτα η εκάστοτε δημοτική αρχή να επιλέγει τη μία ή την άλλη λύση, ανοίγει την πόρτα στη μεροληψία, στην κατάχρηση και τελικά στα δύσοσμα σκάνδαλα, που τόσο ταλανίζουν την κοινωνία μας τελευταία. Οι αρχαίοι πρόγονοί μας έλεγαν: Δεν πρέπει ο ένας να μπορεί μόνος να αποφασίζει ό, τι θέλει, γιατί τότε θα αποφασίζει το κακό, που όλοι φέρνουμε μέσα μας, και όχι το καλό.

Για τα μεγάλα, συνεπώς, προβλήματα πριν από την όποια απόφαση πρέπει να υπάρχει η αξιόπιστα καταγραμμένη άποψη των δημοτών. Και αυτό οφείλουμε να το επιδιώξουμε στο νέο δήμο.

Που είναι το πρωταρχικό κύτταρο της κοινωνικής μας οργάνωσης.

Όπου ο αριθμός των πολιτών είναι μικρότερος, οι άρχοντες είναι πλησιέστεροι προς τους αρχόμενους, τα προβλήματα καλύτερα και ακριβέστερα γνωστά από τους περισσότερους, οι πληροφορίες, κατά τεκμήριο τουλάχιστον, ευκολότερα διασταυρούμενες. Και άρα σε μια παρόμοια κλίμακα μπορούμε να ελπίζουμε ότι η διαμόρφωση της γνώμης των πολιτών θα συντελείται ελεύθερα και σε καθεστώς διαφάνειας και ακριβέστερης και πολυειδούς πληροφόρησης. Και βέβαια στη βάση της αρχής ότι «Η ατομική μου ελευθερία αρχίζει και τελειώνει εκεί ακριβώς που αρχίζει και τελειώνει και του γείτονά μου».

Αυτή είναι πρόκληση των νέων διευρυμένων Δήμων. Και στην πρόκληση αυτή θα απαντήσουμε αν υιοθετήσουμε καινούργιους θεσμούς που θα επιταχύνουν το βηματισμό των εξελίξεων. Και ακόμη αν επιτυχώς μάθουμε να επικοινωούμε με τον ά λ λ ο ν διά μέσου της δέσμευσής μας σε κοινές αξίες που υπηρετούν το γενικό καλό. Και έτσι να τεθούμε στην υπεράσπιση μιας κοινής ιδέας.

– Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην Εφημερίδα “Ηπειρωτικός Αγών”