Δορυφορικές εικόνες του Google Earth, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να εκτιμηθεί η χωρητικότητα των ιχθυοτροφείων, δείχνουν ότι η Ελλάδα παρήγαγε το 2006 περίπου 30% περισσότερα ψάρια από ό,τι δήλωσε επίσημα στον Οργανισμό Τροφίμων και Γεωργίας του ΟΗΕ (FAO).
Το συμπέρασμα προέρχεται από καναδική μελέτη που δημοσιεύεται στην ηλεκτρονική επιθεώρηση PLoS One και δείχνει να επιβεβαιώνει τις υποψίες ότι η παραγωγή ψαριών καλλιέργειας είναι μεγαλύτερη από ό,τι τελικά δηλώνεται.
Η έρευνα επιβεβαιώνει ότι η Ελλάδα φιλοξενεί τη μεγαλύτερη βιομηχανία θαλάσσιας ιχθυοκαλλιέργειας, δεδομένου ότι η πλειονότητα των κλωβών που εντοπίστηκαν από το Διάστημα (49%) βρίσκονται σε ελληνικά νερά, με την Τουρκία να ακολουθεί στη δεύτερη θέση (31%).
Από την έρευνα εξαιρέθηκαν πάντως τα αμφιλεγόμενα παχυντήρια τόνου -ιχθυοτροφεία όπου μεταφέρονται για πάχυνση νεαροί τόνοι από την ανοιχτή θάλασσα. Για τα παχυντήρια υπάρχουν μεν ενδείξεις για ανακριβή στοιχεία, ωστόσο οι ερευνητές αποφάσισαν να τα εξαιρέσουν επειδή η παραγωγή τους παρουσιάζει απρόβλεπτες διακυμάνσεις.
Η ομάδα της Δρ Τζένιφερ Τζάκερ στο Πανεπιστήμιο της Βρετανικής Κολούμπια στον Καναδά αποφάσισε να χρησιμοποιήσει το Google Earth για να εξετάσει την ακρίβεια των δηλωθέντων στοιχείων για τα ιχθυοτροφεία.
Στα διαθέσιμα δορυφορικά δεδομένα, που καλύπτουν το 90% των μεσογειακών ακτών, οι ερευνητές εντόπισαν περισσότερους από 21.000 κλωβούς ιχθυοτροφείων, από τους οποίους οι 248 ήταν κυκλικά κλουβιά με διάμετρο άνω των 40 μέτρων και εξαιρέθηκαν από την ανάλυση επειδή πιθανότατα επρόκειτο για παχυντήρια τόνου.
Για το 40% των γαλλικών ακτών, κυρίως στην Προβηγκία και στην Κορσική, καθώς και για το μεγαλύτερο μέρος των ισραηλινών ακτών, τα δορυφορικά δεδομένα ήταν ελλιπή ή ανύπαρκτα.
Η ανάλυση των εικόνων υποδεικνύει ότι το 2006 η Ελλάδα ήταν πρώτη σε παραγωγή με 103.819 τόνους ψαριών. Στις επόμενες θέσεις ακολουθούν η Τουρκία, η Ισπανία και η Ιταλία.
Η ποσότητα που αντιστοιχεί στην Ελλάδα είναι 30% υψηλότερη από ό,τι δηλώθηκε στον FAO, ενώ της Τουρκίας είναι 18% μεγαλύτερη, της Κύπρου 16% και της Κροατίας 10%.
Αντίθετα, η Ιταλία, η Γαλλία, η Μάλτα και το Ισραήλ φέρονται να δήλωσαν ποσότητες μεγαλύτερες από τις πραγματικές. Αυτό, εκτιμούν οι ερευνητές, ίσως οφείλεται στο γεγονός ότι κάποιες εισαγόμενες ποσότητες θεωρήθηκαν εγχώρια παραγωγή. «Η Ιταλία φαίνεται να θεωρεί μέρος της ιταλικής παραγωγής εισαγόμενη από την Ελλάδα» επισημαίνουν οι ερευνητές.
Το τελικό συμπέρασμα είναι πάντως ότι η παραγωγή στη Μεσόγειο συνολικά δεν υπερέβαινε σημαντικά τις δηλωθείσες ποσότητες.
Επιπλέον, επισημαίνουν οι ερευνητές, το Google Εarth έχει το δυναμικό να χρησιμοποιηθεί ως αξιόπιστο εργαλείο για την επιβεβαίωση των στοιχείων.