Του Φώτη Κουβέλη
Καταψηφίσαμε το μνημόνιο, το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα και την δανειακή σύμβαση γιατί βυθίζουν την χώρα στην ύφεση και με μια σειρά μέτρων χωρίς τέλος, εξουθενώνουν τα λαϊκά στρώματα και τη μεσαία τάξη. Το όχι μας είναι ένα ευρωπαϊκό όχι.
Αθροίζεται με τα όχι ενός ευρύτατου φάσματος δυνάμεων της Ευρωπαϊκής Αριστεράς – και όχι μόνο – που αντιτίθενται στις νεοφιλελεύθερες πολιτικές που επιβάλλει η ευρωπαϊκή δεξιά, με αιχμή τους Μέρκελ – Σαρκοζί.
Δεν είμαστε, λοιπόν, «ανάδελφο» κόμμα, η μισή Ευρώπη – και μάλιστα με αδιαμφισβήτητα διαπιστευτήρια ευρωπαϊσμού – με αυτές τις απόψεις ενεργοποιείται. Η σταθερή μας στάση απέναντι στην αντίληψη του μονόδρομου και της παθητικής αποδοχής των μέτρων ενισχύει και δεν αποδυναμώνει την θέση της χώρας στην ΕΕ και την ευρωζώνη και την ίδια στιγμή προστατεύει τα συμφέροντα των εργαζομένων.
Ταυτοχρόνως, στο πολιτικό πεδίο αγωνιζόμαστε για τη διαμόρφωση της προοδευτικής εναλλακτικής πρότασης. Απαραίτητη προϋπόθεση και καταλύτης εξελίξεων είναι η ενίσχυση της ΔΗΜΑΡ. Ζητάμε τη μέγιστη εκλογική υποστήριξη ώστε ανάλογα με το συσχετισμό δυνάμεων και τη θέση που θα μας δώσει ο λαός στη διάταξη των πολιτικών δυνάμεων, να διαδραματίσουμε ζωτικό ρόλο στην πορεία της χώρας. Έχουμε κατ’ επανάληψη τονίσει ότι θα ανταποκριθούμε στην πρόκληση της συμμετοχής στην διακυβέρνηση της χώρας με δύο απαράβατες προϋποθέσεις: Δέσμευση σε κοινό πρόγραμμα, συμβατό με τις θέσεις μας και τις αξίες μας και φερέγγυα πρόσωπα για την υλοποίηση του.
Η αποτυχία της νέας συμφωνίας
Η αποτυχία της προηγούμενης συμφωνίας («μνημόνιο 1ο») και των μέτρων που επιβλήθηκαν ήταν ο κανόνας επί δυόμιση χρόνια. Αλλά αυτή την φορά το προαναγγέλλουν και οι ίδιοι οι δανειστές μας. Ο Σόιμπλε δήλωσε καθαρά στους Γερμανούς βουλευτές ότι « κατά πάσα πιθανότητα θα χρειαστεί και άλλο πακέτο για τους Έλληνες» και η Λαγκάρντ πρόσθεσε ότι « η Ελλάδα θα χρειαστεί μεγαλύτερη στήριξη» ενώ ο Γιούνκερ προανήγγειλε plan b για την περίπτωση της Ελλάδας. . Πόσο πιο καθαρά να μας το πουν για να γίνει αντιληπτό ότι τον Ιούνιο έρχεται νέα λαίλαπα μέτρων που θα πέσουν πάλι στις πλάτες μισθωτών και συνταξιούχων;
Μήπως, όμως, παρά ταύτα έπρεπε να ψηφίσουμε ναι για να αποτρέψουμε την άμεση χρεοκοπία ;
Αυτή η λογική ακολουθήθηκε επί δυόμιση χρόνια και δεν έχει τέλος, ούτε αποδείχθηκε αποτελεσματική. Εδράζεται σε μια πολιτική ατέρμονης λιτότητας, μια συνταγή γερμανικής ευρεσιτεχνίας, που δεν βυθίζει στην ύφεση μόνο την Ελλάδα αλλά απειλεί άμεσα και τη συνοχή της Ευρώπης. Σε αυτή την πολιτική εναντιώνεται η ευρωπαϊκή Αριστερά, με μια πολιτική στον αντίποδα της ακολουθουμένης. Ο κορσές της λιτότητας αργά η γρήγορα θα χαλαρώσει, νέοι ευνοϊκότεροι συσχετισμοί θα προκύψουν στην Ευρώπη και η επαναδιαπραγμάτευση όρων της συμφωνίας – που μέχρι τότε βέβαια δεσμεύει την χώρα – θα είναι εφικτή. Με δεδομένο ότι άμεσα επίκεινται νέα μέτρα, οποιαδήποτε άμεση η έμμεση στήριξη της ακολουθούμενης πολιτικής θα ήταν από μέρους μας επίδειξη αυτοκτονικού «ρεαλισμού» και θα κατέστρεφε ό,τι με κόπο οικοδομήσαμε. Σε αυτό το θέμα δεν χωράει ναι μεν αλλά. Δεν μπορεί το κόμμα μας να στηρίξει επώδυνα, άδικα και αναποτελεσματικά μέτρα, πόσο μάλλον όταν δεν έχει ευθύνη τόσο για την δημιουργία της κρίσης όσο και για την διαπραγμάτευση – που ουδέποτε έγινε – του μνημονίου.
Πρέπει να προωθηθούν ώριμες μεταρρυθμίσεις;
Προφανώς, αυτή ακριβώς είναι η γραμμή μας που μας διαφοροποιεί από το καθολικό και αδιέξοδο «όχι σε όλα». Εμείς θέλουμε να προωθηθούν άμεσα μεταρρυθμίσεις και διαρθρωτικές αλλαγές, τις οποίες έπρεπε, εδώ και καιρό, να υλοποιήσουν οι δυνάμεις που έφεραν τα πράγματα ως εδώ και τώρα – στο χείλος του γκρεμού – μας κουνάνε το δάκτυλο της ευθύνης.. Είναι μύθος ενταγμένος στην επίθεση που εξαπολύουν εναντίον μας ότι απλώς «λέμε με ευγενικό τρόπο τα ίδια με τις άλλες δυνάμεις της παραδοσιακής Αριστεράς». Εμείς είμασταν πάντα υπέρ του εκσυγχρονισμού και εξορθολογισμού του δημόσιου τομέα και στηρίζουμε συγκεκριμένα μέτρα προς αυτήν την κατεύθυνση. Δεν θα συμφωνήσουμε ποτέ με μια νεοφιλελεύθερης έμπνευσης επίθεση που στο όνομα της αναγκαίας καταπολέμησης του λαϊκισμού και των συντεχνιών απαξιώνει και ενοχοποιεί συνολικά τους δημόσιους φορείς παροχής υπηρεσιών και κάθε έννοια συλλογικής δράσης.
Η θέση μας υπέρ της ΕΕ και της παραμονής στην ευρωζώνη και η καταψήφιση της δανειακής σύμβασης
Αναζητούν αντίφαση στη θέση μας αυτή. Αυτό που το κομματικό κατεστημένο τόσο των δύο μέχρι χτές κομμάτων εξουσίας όσο και της παραδοσιακής αριστεράς θέλουν να εμφανίζουν ως αντίφαση, είναι η δύναμη μας. Το γεγονός ότι συγκεντρώνουμε δυνάμεις που αντιτίθενται στο μνημόνιο και τα επαχθή μέτρα και ταυτοχρόνως έχουν φιλοευρωπαϊκό προσανατολισμό διαμορφώνει μια πολύτιμη θέση και δυναμική που διαφυλάττουμε σε πείσμα τόσο των νεοφιλελεύθερων, κάθε χρώματος, όσο και της παραδοσιακής αριστεράς. Θέλουν πάση θυσία να μας βάλουν σε ένα από τα δύο βολικά για αυτούς κάδρα που τα παρουσιάζουν ως τη μόνη δυνατή επιλογή.
Υπάρχει ο τρίτος δρόμος του αριστερού ευρωπαϊσμού και σε αυτόν θα επιμείνουμε μέχρι τέλους. Παρουσιάζουμε πειστικά τις προτάσεις μας και τις πρακτικές μας που μας διαφοροποιούν τόσο από τις δυνάμεις που δηλώνουν «αναγκασμένες» λόγω μνημονίου να προσυπογράψουν και να εφαρμόσουν εξουθενωτικές για τους εργαζόμενους πολιτικές, όσο και από τις δυνάμεις εκείνες που πίσω από την αντιμνημονιακή ρητορική κρύβουν την απόλυτη άρνηση τους απέναντι σε αναγκαίες – ανεξαρτήτως μνημονίου – μεταρρυθμίσεις.
Η εναλλακτική μας πρόταση και οι προϋποθέσεις που τη συνοδεύουν.
Σταθερή μας θέση είναι η διαμόρφωση μιας μεγάλης προοδευτικής κοινωνικής και πολιτικής πλειοψηφίας, που με βάση ένα κοινό πρόγραμμα συμβατό με τις θέσεις μας και τις αξίες μας και με αξιόπιστα και φερέγγυα πρόσωπα θα αντιμετωπίσει και το θέμα της κυβερνητικής εξουσίας. Προφανώς, δεν μπορούμε έτσι όπως είναι σήμερα οι θέσεις των άλλων δυνάμεων της Αριστεράς να συναντηθούμε γιατί διαφέρουμε σε θέματα στρατηγικής σημασίας, με πρώτο και κύριο την συμμετοχή της χώρας στην ΕΕ και το ευρώ. Τι κοινό πρόγραμμα μπορείς να έχεις όταν υπάρχει αυτό το προγραμματικό χάος; Η οποιαδήποτε συνεργασία θα διαλυθεί στην πρώτη δοκιμασία. Αυτή είναι και η απάντηση μας στην πίεση για «ενότητα της Αριστεράς». Απορρίπτουμε κατηγορηματικά κάθε σκέψη για συμμετοχή μας σε σχήμα συγκυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ. Ένα τέτοιο σχήμα δεν καλύπτει καμία από τις προϋποθέσεις που θέτουμε, δεν έχει προοδευτικό πρόσημο και θα έχει ως αποστολή την εφαρμογή της ίδιας αδιέξοδης πολιτικής που μας έφερε ως εδώ.
Τα πράγματα δεν θα παραμείνουν στατικά ούτε τα πάντα θα κριθούν σε μια κίνηση, δηλαδή στις επόμενες εκλογές. Αντιθέτως είναι πολύ πιθανό με την ρευστότητα που επικρατεί και η οποία – όπως όλα δείχνουν – θα ενταθεί από το εκλογικό αποτέλεσμα να μπούμε σε φάση μεγάλων ανακατατάξεων. Εκείνη την στιγμή, που δεν θα είναι μακριά, η ενισχυμένη ΔΗΜΑΡ θα είναι έτοιμη να συμβάλλει στη συγκρότηση αυτής της προοδευτικής πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας. Πολιτικά θα συγκροτηθεί από δυνάμεις που έχουν αναφορά στο δημοκρατικό σοσιαλισμό, τη σοσιαλδημοκρατία, την πολιτική οικολογία και ανένταχτες, φρέσκιες δυνάμεις, από νέους κυρίως ανθρώπους, που αναζητούν νέα έκφραση. Αυτή ήταν η θέση μας ευθύς εξ αρχής από την ίδρυση της Δημοκρατικής Αριστεράς. Σε αυτή τη γραμμή, με υπομονή και επιμονή, οικοδομήσαμε τη φυσιογνωμία μας, διευρύναμε την επιρροή μας στην κοινωνία και τις συμμαχίες μας σε πολιτικό επίπεδο. Πιστεύω ότι ανταποκριθήκαμε σε γενικές γραμμές στο αίτημα της κοινωνίας και κυρίως της νέας γενιάς για κάτι νέο και διαφορετικό. Αν δυνάμεις του ΣΥΝ αποδεσμευτούν από την αδιέξοδη ερωτοτροπία με το ΚΚΕ και θελήσουν να συμπαραταχθούν, είμαστε οι πρώτοι που θα χαιρετίσουμε μια τέτοια εξέλιξη.