Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε μία στρατηγική με κύριο στόχο την έμφαση της ευρωπαϊκής οικονομίας στη βιώσιμη χρήση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (ΑΠΕ).
Ο στόχος της συγκεκριμένης πολιτικής δεν είναι άλλος από την οικονομία χαμηλών εκπομπών με εστίαση στην έρευνα γεφυρώνοντας τις απαιτήσεις για βιώσιμη γεωργία και αλιεία, ασφάλεια τροφίμων, χρήση των ανανεώσιμων βιολογικών πόρων στη βιομηχανία με την ταυτόχρονη διασφάλιση της βιοποικιλότητας και της προστασίας του περιβάλλοντος.
Η «βιοικονομία» συνίσταται στην οικονομία εκείνη που κάνει χρήση βιολογικών χερσαίων και υδάτινων πόρων, όπως επίσης αποβλήτων ως εισροές στην παραγωγή ζωοτροφών και τροφίμων, στη βιομηχανική παραγωγή και στην παραγωγή ενέργειας. Τα βιολογικά απόβλητα για παράδειγμα μπορούν να αποτελέσουν εναλλακτική λύση χημικών λιπασμάτων ή μπορούν να μετατραπούν σε βιοενέργεια και μπορούν να συμβάλουν στην επιτυχία του στόχου της ΕΕ για τη χρήση ΑΠΕ κατά 2%.
Η στρατηγική αποτελείται από τρεις κύριους πυλώνες:
1) Επενδύσεις στην καινοτομία, την έρευνα και τις δεξιότητες στη βιοοικονομία. Απαιτείται χρηματοδότηση από την ΕΕ, εθνική χρηματοδότηση, ιδιωτικές επενδύσεις και ενίσχυση των συνεργιών με άλλες πολιτικές πρωτοβουλίες.
2) Ανάπτυξη των αγορών και της ανταγωνιστικότητας σε τομείς της βιοοικονομίας μέσω βιώσιμης εντατικοποίησης της πρωτογενούς παραγωγής, της μετατροπής των ροών αποβλήτων σε προϊόντα προστιθέμενης αξίας, καθώς και μηχανισμών αμοιβαίας μάθησης για βελτίωση της παραγωγής και της αποδοτικότητας των πόρων. Για παράδειγμα, η διάθεση των απορριμμάτων από τρόφιμα έχει κόστος στον Ευρωπαίο φορολογούμενο από 55 έως 90 ευρώ τον τόνο και την ίδια στιγμή είναι υπεύθυνη για 170 εκατομμύρια τόνους CO2. Η συγκεκριμένη ποσότητα αποβλήτων θα μπορούσαν να μετατραπούν σε βιοενέργεια ή σε άλλα βιολογικά προϊόντα, ενισχύοντας τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
3) Ενίσχυση του συντονισμού της πολιτικής και της συμμετοχής των ενδιαφερομένων μερών, μέσω της δημιουργίας ομάδας βιοοικονομίας, παρατηρητηρίου βιοοικονομίας και διοργάνωσης τακτικών συνεδριάσεων των ενδιαφερομένων μερών.
Η στρατηγική επιδιώκει συνέργειες και συμπληρωματικότητα με άλλους τομείς πολιτικής, μέσα και πηγές χρηματοδότησης που συμμερίζονται και επιδιώκουν τους ίδιους στόχους, όπως τα Ταμεία Συνοχής, η Κοινή Γεωργική Πολιτική και η Κοινή Αλιευτική Πολιτική (ΚΓΠ και ΚΑλΠ), η Ολοκληρωμένη Θαλάσσια Πολιτική (ΟΘΠ), οι πολιτικές για το περιβάλλον, τη βιομηχανία, την απασχόληση, την ενέργεια και την υγεία. Ο σχεδιασμός της στρατηγικής έγινε υπό την καθοδήγηση της Επιτρόπου Geoghegan-Quinn, με τη στήριξη τεσσάρων άλλων Επιτρόπων: του Αντιπροέδρου Tajani και των Επιτρόπων Cioloş, Δαμανάκη και Potočnik. Έχοντας την έρευνα και την καινοτομία στον πυρήνα της στρατηγικής της, θα υποβληθεί πρώτα στα κράτη μέλη της ΕΕ στο πλαίσιο του Συμβουλίου Ανταγωνιστικότητας της 21ης Φεβρουαρίου 2012.