Τα κρόσσια από τον καναπέ του Άκη κι ο φόρος ενός συνταξιούχου

KATSAKOS_P1Γράφει: Πέτρος Κατσάκος

Είναι κάποιες φορές που η πραγματικότητα καθρεφτίζεται στα λόγια των απλών ανθρώπων του μόχθου. Δίχως πτυχία και τίτλους σπουδών σε αφοπλίζουν με την «αφελή» αντίληψη της κατάστασης που βιώνουν.

Θα μου επιτραπεί σήμερα να χρησιμοποιήσω το παράδειγμα δύο πολύ δικών μου ανθρώπων, που στη ζωή τους δεν υπήρξαν ποτέ συνδαιτυμόνες ευτραφών πολιτικών, που στη ζωή τους δεν προσκλήθηκαν ούτε σε πάρτυ ούτε σε φαγοπότια κοινοτικών κονδυλίων.

Δύο άνθρωποι που έζησαν με τον ιδρώτα των κόπων τους μια ζωή συντηρητική μα πάνω απ όλα αξιοπρεπή. Εδώ και δύο χρόνια ζουν και αυτοί μαζί με την πλειοψηφία των Ελλήνων το δράμα της οικονομικής κρίσης. Με μια σύνταξη κουτσουρεμένη στο βωμό της εθνικής επιβίωσης, στρίμωξαν αδιαμαρτύρητα ακόμα περισσότερο τη ζωή τους ανάμεσα σε τέσσερις τοίχους με μια χούφτα χαρτονομίσματα.

Σήμερα το πρωί αυτοί οι δύο άνθρωποι πληροφορήθηκαν πως πρέπει να συνεισφέρουν το Ελληνικό Κράτος με 1750 ευρώ ως φόρο εισοδήματος. Με τα λίγα μαθηματικά που γνωρίζουν συνειδητοποίησαν πως ο φόρος με τον οποίο κάποιοι αποφάσισαν να τους επιβάλουν σημαίνει πως για τρεις περίπου μήνες θα πρέπει να πάψουν να ζουν, αν δεν θέλουν το Δημόσιο να τους κατάσχει τους τέσσερις τοίχους που κατέχουν.

Όταν τους ρώτησα πως θα ανταποκριθούν η απάντηση ήταν απλή, ξεκάθαρη και αφοπλιστική. «Θα πάμε στο σπίτι τους κυρίου Τσοχατζόπουλου, θα ζητήσουμε τα κορδόνια από τους καναπέδες της συζύγου του που αξίζουν 2.600 ευρώ και με αυτά θα πληρώσουμε φέτος την εφορία».

Αυτά…

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

ΡΟΗ ΕΙΔΗΣΕΩΝ