Το νέο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ), που αποτελεί τον οδικό χάρτη της χώρας για την επίτευξη συγκεκριμένων ενεργειακών και κλιματικών στόχων, παρουσίασε η πολιτική ηγεσία του ΥΠΕΝ.
Το σχέδιο έχει ορόσημο το 2030 και τελικό στόχο την επίτευξη κλιματικής ουδετερότητας το 2050. Στην εκδήλωση στο κεντρικό κτίριο της Τράπεζας της Ελλάδος παραβρέθηκαν θεσμικοί φορείς, εκπρόσωποι ενεργειακών εταιρειών και εκπρόσωποι της Κοινωνίας των Πολιτών.
Χαιρετίζοντας την εκδήλωση ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, επισήμανε πως «Στην Τράπεζα της Ελλάδος ασχολούμαστε, συστηματικά, τα τελευταία 15 χρόνια, με τα θέματα του κλίματος και της βιωσιμότητας. Από το 2009, με τη δημιουργία της Επιτροπής Μελέτης Επιπτώσεων Κλιματικής Αλλαγής (ΕΜΕΚΑ), συμβάλλουμε, μέσω της έρευνας, στο κρίσιμο ζήτημα της αλλαγής του κλίματος. Οι μελέτες μας έχουν δείξει πως το κόστος της κλιματικής αλλαγής προβλέπεται να βαίνει αυξανόμενο, όσο δεν λαμβάνονται μέτρα για να μετριαστεί το φαινόμενο. Μάλιστα, η Τράπεζα της Ελλάδος, στο πλαίσιο και της συμμετοχής της στο οκταετές έργο LIFE-IP AdaptInGR (2019-2026) ξεκίνησε τον περασμένο Δεκέμβριο να δημοσιοποιεί νέα αποτελέσματα μελετών, με επικαιροποιημένες προβλέψεις για τις κλιματικές μεταβολές των επόμενων δεκαετιών, τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής σε ευάλωτους τομείς οικονομικής δραστηριότητας και την εκτίμηση τρωτότητας της ελληνικής οικονομίας στην κλιματική αλλαγή».
Ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, Θόδωρος Σκυλακάκης, υπογράμμισε πως το Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα είναι ρεαλιστικό, σε σχέση με τους στόχους που τίθενται και λαμβάνει υπόψη καινούργια δεδομένα που συνέβησαν από το 2019 -όταν είχε καταρτιστεί το πρώτο ΕΣΕΚ. Σε αυτά, συμπεριλαμβάνεται το γεγονός ότι έχουμε υπερκαλύψει, ήδη, τους στόχους τόσο για τη διείσδυση στο ενεργειακό μας μείγμα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας όσο και για τη μείωση των Αερίων του Θερμοκηπίου. «Είμαστε πρωτοπόροι, μπορούμε ως Ελλάδα να πούμε ότι είμαστε πετυχημένοι και καλύτεροι από τους άλλους» δήλωσε ο κ. Σκυλακάκης.
Σημείωσε πως στην προσπάθεια που γίνεται για την ενεργειακή μετάβαση, υπάρχει και μία βαθιά, οικονομική οπτική.
«Με αυτό το σχέδιο, για πρώτη φορά μετά τη βιομηχανική επανάσταση, η Ελλάδα μπορεί και πρέπει να αποκτήσει ενεργειακή, εθνική ανεξαρτησία» τόνισε ο κ. Σκυλακάκης, για να προσθέσει: «Το σχέδιο αυτό αλλάζει το βαθύτερο οικονομικό υπόβαθρο της χώρας. Αυτή η εξαιρετικά σημαντική εξέλιξη, θα γίνεται μπροστά στα μάτια μας τα επόμενα χρόνια και δε θα την πιστεύουμε. Θα δημιουργήσει καινούριες οικονομικές και βιομηχανικές ευκαιρίες, μια πολύ σημαντική βελτίωση στο ισοζύγιό μας. Και αυτή η αλλαγή είναι η βάση για μία ισχυρή ελληνική οικονομία και για μία ισχυρή Ελλάδα τις επόμενες δεκαετίες».
Ο υπουργός αναφέρθηκε ακόμα στην πραγματική αλλαγή-όπως την χαρακτήρισε- που φέρνει το ΕΣΕΚ προς όφελος των καταναλωτών. Τόνισε πως «χάρη στις επενδύσεις που κάνουμε, οι οποίες έχουν πάρα πολύ χαμηλό οριακό κόστος, θα έχουμε πολύ φθηνή και άφθονη, καθαρή ενέργεια».
Η υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας και πρόεδρος της Διυπουργικής Επιτροπής για το ΕΣΕΚ, Αλεξάνδρα Σδούκου, παρουσίασε συνοπτικά τις βασικές πτυχές του αναθεωρημένου Σχεδίου.
Όπως είπε χαρακτηριστικά, «το αναθεωρημένο ΕΣΕΚ πετυχαίνει δύσκολες και ευαίσθητες ισορροπίες, καθώς περιγράφει το όραμα και την φιλοδοξία της χώρας για την Κλιματική Δράση και την Ενεργειακή Μετάβαση, ενώ ταυτόχρονα εμφορείται, πλήρως, από ρεαλισμό και πραγματισμό». Επισήμανε πως το ΕΣΕΚ αποτελεί, ουσιαστικά, τον οδικό χάρτη για ένα νέο, αναπτυξιακό παραγωγικό μοντέλο της χώρας, με έμφαση στην πράσινη μετάβαση, την ψηφιοποίηση, τη μείωση του ενεργειακού κόστους, τον εκσυγχρονισμό των υποδομών και τη δημιουργία εγχώριας προστιθέμενης αξίας. Επιπρόσθετα, ανέδειξε την κοινωνική διάσταση του ΕΣΕΚ, το οποίο περιλαμβάνει πληθώρα μέτρων πολιτικής που θα δώσουν στους πολίτες πρόσβαση σε άφθονη, καθαρή και προσιτή ενέργεια. Ειδική μνεία έκανε η κυρία Σδούκου στην αναμενόμενη συνεισφορά στην ανάπτυξη της οικονομίας, χάρη στις επενδύσεις με υψηλή προστιθέμενη αξία που θα γίνουν, με μετρήσιμα αποτελέσματα στην αύξηση του ΑΕΠ και στη δημιουργία θέσεων εργασίας.
Στην εκδήλωση μίλησε ακόμα ο Γενικός Γραμματέας Ενέργειας και Ορυκτών Πρώτων Υλών, Αριστοτέλης Αϊβαλιώτης, ο οποίος αναφέρθηκε, με τη σειρά του, στις τρεις προκλήσεις που έχει μπροστά του το ΕΣΕΚ, χαρακτηρίζοντάς το, «επαναστατικό» κείμενο και ο Γενικός Γραμματέας Φυσικού Περιβάλλοντος και Υδάτων, Πέτρος Βαρελίδης, που χαρακτήρισε φιλόδοξο το νέο ΕΣΕΚ, το οποίο κινείται στο πλαίσιο του κλιματικού νόμου. Παράλληλα εξήρε τον ρόλο που παίζει στην επίτευξη των στόχων της πράσινης μετάβασης η στήριξη της Κυβέρνησης.
Τον κύκλο των τοποθετήσεων έκλεισαν τα μέλη της Διυπουργικής Επιτροπής ΕΣΕΚ, ο καθηγητής του ΕΜΠ, κ. Παντελής Κάπρος και ο Πρόεδρος και Γενικός Διευθυντής του ΚΑΠΕ, κ. Δημήτρης Καρδοματέας.
Ο κ. Κάπρος τόνισε ότι «έχει επικρατήσει η εντύπωση ότι η ενεργειακή πράσινη μετάβαση έχει μεγάλο κόστος. Όλες οι αναλύσεις, όμως, καταλήγουν ότι αυτό δεν είναι αλήθεια. Αυτό που έχει σημασία στην οικονομία είναι το κόστος της υπηρεσίας που προσφέρει η ενέργεια στον καταναλωτή. Όντως η δαπάνη επένδυσης αυξάνεται. Αναφέρθηκε ο αριθμός 450 δισ. ευρώ συνολικά. Πρόκειται για επενδύσεις που θα γίνονταν ούτως η άλλως, απλά με λίγο μεγαλύτερο κόστος. Το “κλειδί” του μακροοικονομικού αντικτύπου είναι η ευκολία χρηματοδότησης αυτών των επιπλέον επενδύσεων».
Ο κ. Καρδοματέας επισήμανε ότι «το ΕΣΕΚ έχει φιλόδοξους στόχους. Ήδη η μείωση εκπομπών του θερμοκηπίου κατά 58% μέχρι το 2030 και 80% το 2050 είναι μεγάλες προκλήσεις. Εστιάσαμε στην ηλεκτροπαραγωγή, γιατί είναι ο μεγάλος ρυπαντής και οδηγεί σε μείωση κόστους. Η τεχνολογία είναι ώριμη, διαθέσιμη και οι επενδυτές υπάρχουν. Η πρόκληση είναι να δούμε το χρόνο ωρίμανσης και τις δικαστικές διαδικασίες που δημιουργούν καθυστερήσεις και ήδη η κυβέρνηση εργάζεται προς αυτή την κατεύθυνση».